Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Archive for the ‘«Η αλήθεια και το υπαρκτό»’ Category

Αφορμή για την ανάρτηση του σημερινού αποσπάσματος ήταν η ιδέα του Ν.Πιλάβιου (την βρίσκω εξαιρετική  για πολλούς λόγους) να εκδόσει ένα βιβλίο για τον Κρισναμούρτι με τίτλο: Who or What was Krishnamurti by Himself . Το βιβλίο αυτό περιέχει διάφορα αποσπάσματα όπου ο ίδιος ο Κρισναμούρτι μας δίνει μια αίσθηση του ποιος ή τι ήταν.   Το βιβλίο για να εκδοθεί θα πρέπει να ξεπεράσει πολλά και διάφορα εμπόδια.  Εύχομαι να τα καταφέρει, θα είναι ένα ακόμη μπουκαλάκι στον ωκεανό που θα μεταφέρει το μοναδικό άρωμα Εκείνου.

518698-13313_1393142072428_1348453043_1082192_243872_n

Kρισναμούρτι: Βασικά το ερώτημα είναι: Τι σχέση υπάρχει ανάμεσα στον τωρινό Κ. και στον τέως Κ. (Γέλια). Θα έλεγα πολύ μικρή. Το βασικό ερώτημα είναι πώς έγινε και το αγόρι που βρέθηκε ε­κεί, «ανακαλύφθηκε», όπως λέγανε, πώς έγινε κι από την αρ­χή δε ρίζωσε καμιά διαμόρφωση μέσα του, παρόλο που ανα­τράφηκε σε μια αυστηρά ορθόδοξη, παραδοσιακή οικογέ­νεια Βραχμάνων, με τις προλήψεις της, την αλαζονεία της και μια τρομερά θρησκευόμενη άποψη ηθικής και λοιπά; Γιατί δε διαμορφώθηκε από τότε, Κι επίσης αργότερα, σε εκείνεις τις περιόδους των Διδασκάλων και των Μυήσεων και όλα τα υπόλοιπα -αν τα έχετε διαβάσει- γιατί δε διαμορφώθηκε; Και ποια είναι η σχέση ανάμεσα σε εκείνο το πρόσωπο και στο σημερινό; Ενδιαφέρεστε πραγματικά για όλα αυτά;

Ακροατήριο: Ναι.

Κ.: Εγώ, προσωπικά όχι. Το παρελθόν πέθανε, θάφτηκε και πάει. Δεν ξέρω πώς να καταπιαστώ με όλα αυτά. Ας πούμε, έ­να από τα ερωτήματά σας είναι σχετικό με τους Διδασκά­λους, έτσι όπως παρουσιάζονται όχι μόνο στη Θεοσοφία, αλ­λά και στην Ινδουιστική παράδοση και στην Θιβετιανή πα­ράδοση, όπου υποστηρίζεται ότι υπάρχει κάποιος Μποντισάτβα που σπάνια εκδηλώνεται με κάποια μορφή, πράγμα που στα σανσκριτικά ονομάζεται Αβατάρ, που σημαίνει εκδήλω­ση. Εκείνο το αγόρι, λοιπόν, ανακαλύφθηκε και προετοιμά­στηκε για μια τέτοια εκδήλωση. Και πέρασε μέσα από ένα σω­ρό πράγματα. Μια ερώτηση, λοιπόν, που μπορεί να κάνει κα­νείς, είναι αν και οι άλλοι πρέπει να περάσουν την ίδια διαδι­κασία. Ο Χριστόφορος Κολόμβος ανακάλυψε την Αμερική με ιστιοφόρα σε επικίνδυνες θάλασσες και λοιπά, αλλά θα πρέ­πει να περάσουμε κι εμείς τα ίδια για να πάμε ένα ταξίδι στην Αμερική; Καταλαβαίνετε την ερώτησή μου; Είναι πολύ πιο α­πλό να πας με αεροπλάνο! Αυτή είναι η μία ερώτηση. Το πώς τώρα αναθράφηκε εκείνο το αγόρι είναι εντελώς άσχετο· εκείνο που είναι σημαντικό είναι ό,τι λέει τώρα και τίποτε άλλο.

Υπάρχει μια πολύ παλιά παράδοση σχετικά με τον Μποντισάτβα, που λέει ότι υπάρχει μια κατάσταση συνείδησης -επιτρέψετε με να το πω έτσι- που είναι η ουσία της συμπόνιας. Και όταν ο κόσμος βρίσκεται σε χάος, αυτή η ουσία της συ­μπόνιας εκδηλώνεται η ίδια. Αυτή είναι όλη η ιδέα πίσω από τον Αβατάρ και τον Μποντισάτβα. Και υπάρχουν διάφορες διαβαθμίσεις, μυήσεις, διάφοροι Διδάσκαλοι και λοιπά, όπως υπάρχει και η ιδέα ότι όταν εκείνος εκδηλώνεται όλοι οι άλλοι παραμένουν σιωπηλοί. Καταλαβαίνετε; Και αυτή η ουσία της συμπόνοιας έχει εκδηλωθεί σε διάφορους καιρούς. Εκείνο, τώρα, που έχει σημασία σε όλα αυτά, αν μπορεί κανείς να μι­λήσει σύντομα, είναι το εξής: μπορεί ο νους περνώντας μέσα από κάθε είδους εμπειρίες, είτε φανταστικές είτε πραγματικές -γιατί η αλήθεια δεν έχει καμιά σχέση με εμπειρίες, δεν μπο­ρεί κανείς να έχει την εμπειρία της αλήθειας, η αλήθεια είναι εκεί δεν μπορείς να έχεις κάποια εμπειρία της- μπορεί, λοιπόν, ο νους περνώντας από όλες αυτές τις διάφορες φανταστικές, απατηλές ή πραγματικές καταστάσεις, μπορεί ο νους να μη δια­μορφωθεί; Το άλλο ερώτημα, λοιπόν, είναι αν μπορεί ο νους να μη διαμορφώνεται ποτέ, όχι μόνο στην παιδική ηλικία. Αναρωτιέμαι αν καταλαβαίνετε την ερώτηση. Αυτή είναι η πραγ­ματική ουσία του προβλήματος ή του θέματος.

Όπως είπαμε, λοιπόν, όλα αυτά είναι άσχετα. Δεν ξέρω αν έχετε ιδέα για την αρχαία παράδοση της Ινδίας, του Θιβέτ, της Κίνας και της Ιαπωνίας για το ξύπνημα κάποιας ενέργειας που λέγεται κουνταλίνι. Σ’ όλη την Αμερική και την Ευρώπη υ­πάρχουν διάφορες ομάδες που προσπαθούν να ξυπνήσουν τη μικροενεργειούλα τους που ονομάζουν κουνταλίνι. Τα ’χετε ακούσει όλα αυτά, έτσι δεν είναι; Κι υπάρχουν ομάδες που εξασκούνται σ’ αυτό. Κάποτε είδα μια τέτοια ομάδα στην τη­λεόραση, όπου ένας άντρας τούς δίδασκε πώς να αφυπνί­σουν αυτή την ενέργεια, την κουνταλίνι, κάνοντας όλων των ειδών τα κόλπα, με όλα τα είδη λέξεων και χειρονομιών, κά­τι που καταντάει εντελώς ασήμαντο και παράλογο. Και προ­φανώς, υπάρχει κάποια τέτοια αφύπνιση, για την οποία δε θέ­λω τώρα να επεκταθώ γιατί είναι ένα πάρα πολύ πολύπλοκο ζήτημα και πιθανόν δεν είναι αναγκαίο ή σχετικό με το θέμα μας.

Κρισναμούρτι,”Η αλήθεια και το υπαρκτό” μεταφρ.Ν Πιλάβιος εκδ Καστανιώτη

Read Full Post »

10348448_810627472399520_5183985013472815412_n
Κρισναμούρτι.: Ποια είναι τότε η σχέση ενός πνευματικά και σωματικά υγιή, λογικού, ψυχολογικά ισορροπημένου ανθρώπου, με την πραγματικότητα και με την αλήθεια;
Δρ. Μπομ: Ναι, πρέπει να το εξετάσουμε, αλλά πρώτα ίσως να δούμε αυτό το ζήτημα της αλήθειας. Νομίζω ότι η ετυμολογία των λέξεων είναι συχνά πολύ χρήσιμη. Η λέξη «αληθινό» στα λατινικά, που είναι «verus», σημαίνει «αυτό που είναι». Στα αγγλικά τώρα, η ρίζα της λέξης «αληθινό» (true) σημαίνει το τίμιο, το γνήσιο. Και συχνά λέμε για ένα στίχο ότι είναι αληθινός ή για ένα ανταλλακτικό ότι είναι γνήσιο. Διάβασα κάποτε ένα παραμύθι για ένα νήμα που τυλιγόταν τόσο εύκολα κι ανεμπόδιστα, που στ’ αλήθεια «έτρεχε», στα χέρια της γυναίκας που ύφαινε. Για να το τονίσουν χρησιμοποιούσαν την εικόνα μιας ανέμης όπου το νήμα της κινιόταν εντελώς ίσια.
Κ.: Μάλιστα.
Δρ. Μπομ: Θα μπορούσαμε, τώρα, να πούμε ότι η σκέψη ή η συνείδησή μας είναι αληθινή σε σχέση με εκείνο που υπάρχει εφόσον ο άνθρωπος είναι σωματικά και πνευματικά υγιής και αν η κίνησή της είναι εντελώς ίσια. Αλλιώς δεν είναι αληθινή, είναι όλα ψέμμα. Επομένως, το ψέμμα της συνείδησης δεν είναι απλώς λανθασμένη πληροφόρηση, αλλά σαν πραγματικότητα κινείται όντως «μπερδεμένα».
Κ.: Λέτε, λοιπόν, ότι όσο ο άνθρωπος είναι πνευματικά και σωματικά υγιής, ψυχολογικά ισορροπημένος και λογικός, «το νήμα του» είναι πάντα ίσιο.
Δρ. Μπομ: Ναι, η συνείδησή του είναι σαν ένα ίσιο νήμα. Συνεπώς, η πραγματικότητά του…
Κ.: …είναι διαφορετική από την πραγματικότητα ενός ανθρώπου που «το νήμα του» έχει μπερδευτεί, που είναι παράλογος, που είναι νευρωτικός.
Δρ. Μπομ: Πολύ διαφορετική. Ίσως ο τελευταίος να είναι ακόμα και ανισόρροπος. Μπορεί να δει κανείς με τους ανισόρροπους ανθρώπους πόσο διαφορετικά είναι…. Μερικές φορές δεν μπορούν καν να καταλάβουν την ίδια πραγματικότητα για δεύτερη φορά.
Κ.: Και ο υγιής, ο ακέραιος, ο ψυχολογικά ισορροπημένος άνθρωπος, τι σχέση έχει με την αλήθεια;
Δρ. Μπομ: Αν δεχτεί κανείς τη σημασία της λέξης, αν πει ότι αλήθεια είναι εκείνο που είναι, καθώς επίσης και ότι αληθινός είναι κανείς μόνο σε σχέση «με εκείνο που είναι», τότε αναγκαστικά θα πεις ότι (η σχέση του με την αλήθεια) είναι αυτά τα δύο.
Κ.: Θα λέγατε λοιπόν ότι ο άνθρωπος που είναι πνευματικά υγιής, ισορροπημένος, είναι η αλήθεια;
Δρ. Μπομ: Ναι, είναι η αλήθεια.
Κ.: Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι η αλήθεια. Ίσως να σκέφτεται κάποια πράγματα που θα κάνουν μία πραγματικότητα, αλλά είναι η αλήθεια. Δεν μπορεί να σκεφτεί παράλογα.
Δρ. Μπομ: Δε θα έλεγα ακριβώς αυτό, θα έλεγα ότι μπορεί να κάνει και λάθη.
Κ.: Φυσικά.
Δρ. Μπομ: Αλλά δεν κολλάει σ’ αυτά. Με άλλα λόγια, είναι ο άνθρωπος που έχει κάνει λάθος και το αναγνωρίζει, το διορθώνει.
 Κ.: Ναι, πολύ σωστά.
Δρ. Μπομ: Υπάρχει επίσης ο άνθρωπος που κάνει ένα λάθος, αλλά επειδή ο νους του δε δουλεύει «ίσια», το ξανακάνει. Όμως, πρέπει να επιστρέφουμε στο ερώτημα: Άραγε η αλήθεια υπάρχει πέρα από κάποιον συγκεκριμένο, ιδιαίτερο άνθρωπο; Ισχύει και γι’ άλλους ανθρώπους, καθώς και για τη φύση;
Κ.: Ισχύει για όλα όσα υπάρχουν.
Δρ. Μπομ: Ναι. Η αλήθεια, λοιπόν, είναι μία. Στο πεδίο, όμως, της πραγματικότητας υπάρχουν πολλά και διαφορετικά πράγματα. Καθένα απ’ αυτά είναι διαμορφωμένο, όλο το πεδίο της πραγματικότητας είναι αποτέλεσμα διαμόρφωσης. Αλλά είναι ξεκάθαρο ότι η αλήθεια δεν μπορεί να διαμορφωθεί ή να εξαρτιέται από άλλα πράγματα.
Κ.: Τι σχέση έχει, λοιπόν, ο άνθρωπος που ο ίδιος είναι η αλήθεια, με την πραγματικότητα;
Δρ. Μπομ: Τα κοιτάζει όλα και, κάνοντάς το αυτό, κατανοεί πλήρως την πραγματικότητα. «Κατανοεί πλήρως» σημαίνει ότι μπορεί να διατηρεί μια συνολική εικόνα των πραγμάτων.
Κ.: Δεν ξεχωρίζει τον εαυτό του από την πραγματικότητα. Λέει: «Την κατανοώ εντελώς, την κρατάω, την κοιτάζω».
Δρ. Μπομ: Ναι, είναι ένα πεδίο πραγματικότητας όλα: ο εαυτός του και τα πάντα. Αλλά η πραγματικότητα έχει μέσα της πράγματα που είναι διαμορφωμένα κι εκείνος κατανοεί πλήρως τις διαμορφώσεις.
Κ.: Και επειδή ακριβώς κατανοεί πλήρως τη διαμόρφωση, είναι ελεύθερος από τη διαμόρφωση.

Read Full Post »

10441466_862659740457596_6914433754865458023_n

Κρισναμούρτι.: Αν φυτευτεί ο σπόρος της αλήθειας, πρέπει να ζωντανέψει, πρέπει να μεγαλώσει, πρέπει να λειτουργεί, να έχει τη δική του ζωή.

Δρ. Μπομ: Ίσως πολλά εκατομμύρια ανθρώπων να έχουν δια­βάσει ή ακούσει αυτά που λέτε. Μοιάζει, όμως, σαν ένας με­γάλος αριθμός απ’ αυτούς να μην έχει καταλάβει. Νομίζετε ό­τι, τελικά, θα τα καταλάβουν όλοι;

Κ.: Όχι, αλλά υπάρχει συνέχεια, ανησυχούν, ρωτάνε, «τι εννο­εί μ’ αυτό;». Ο σπόρος λειτουργεί, μεγαλώνει, δεν είναι νεκρός. Μπορεί να δεις κάτι ψεύτικο κι αυτό επίσης λειτουργεί.

Δρ. Μπομ: Ναι, αλλά έτσι έχουμε μια πάλη ανάμεσα σε δύο πράγ­ματα και δεν μπορούμε να προβλέψουμε το αποτέλεσμα αυ­τής της πάλης, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το α­ποτέλεσμα.

Κ.; Φυτεύει κάποιος μέσα μου το σπόρο ότι, «η αλήθεια είναι μια χώρα δίχως μονοπάτι». Επίσης είναι φυτεμένος μέσα μου κι ένας άλλος σπόρος που λέει, «υπάρχει δρόμος για την αλήθεια, ακολούθησέ με». Ο ένας είναι ψέμα, ο άλλος αλήθεια. Είναι και οι δύο βαλμένοι στη συνείδησή μου. Έτσι, υπάρχει μία αστα­μάτητη πάλη. Λειτουργούν και το αληθινό και το ψεύτικο. Το τελευταίο, αν είμαι κάπως ευαίσθητος, μου προξενεί περισ­σότερη σύγχυση, περισσότερη δυστυχία και πάρα πολύ πόνο. Αν, λοιπόν, δεν αναζητήσω καμιά φυγή να ξεφύγω απ’ αυτόν τον πόνο, τι θα γίνει;

Δρ. Μπομ: Αν δεν αναζητήσετε καμιά φυγή, τότε είναι φανερό τι θα γίνει. Θα έχετε την ενέργεια που χρειάζεται για να δεί­τε τι είναι αληθινό.

Κ.: Ακριβώς.

Δρ. Μπομ: Αλλά τώρα, ας πάρουμε τους ανθρώπους που πράγ­ματι αναζητούν φυγές, που όπως φαίνεται είναι πολλοί.

Κ.: Αυτοί είναι απέξω και οι απέξω -έχετε δίκιο- είναι εκατομ­μύρια. Αλλά ακόμα και τότε η πάλη μέσα τους συνεχίζεται.

Δρ. Μπομ: Ναι, αλλά έτσι δημιουργείται γύρω σύγχυση.

Κ.: Αυτό ακριβώς κάνουν όλοι.

Δρ. Μπομ: Ναι, αλλά δεν ξέρουμε τα αποτελέσματα αυτής της κατάστασης.

Κ.: Α όχι, τα ξέρουμε: δικτατορίες, εκφυλισμός…

Δρ. Μπομ: Ξέρω, χειροτερεύουν τα πράγματα. Ας ξεκαθαρί­σουμε, όμως, το όλο θέμα. Για μερικούς, λοιπόν, ανθρώπους που μένουν κι αντιμετωπίζουν τον πόνο, έρχεται η ενέργεια που χρειάζεται για ν’ αντιληφθούν την αλήθεια. Και για ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων που δραπετεύουν από τον πόνο, τα πράγ­ματα χειροτερεύουν.

Κ.: Κι αυτοί είναι εκείνοι που κυβερνούν τον κόσμο.

Δρ. Μπομ: Πού βρίσκεται, τώρα, η έξοδος απ’ αυτή την κατά­σταση;

Κ.: Λένε ότι δεν υπάρχει απάντηση σ’ αυτό και καλύτερα να φεύ­γεις μακριά.

Δρ. Μπομ: Ούτε αυτό φέρνει κανένα αποτέλεσμα.

Κ.: Λένε ότι δεν μπορείς να λύσεις το πρόβλημα, γι’ αυτό πήγαινε να ζήσεις στα βουνά ή μπες σε μοναστήρι, γίνε καλόγερος – αλ­λά αυτό δε λύνει τίποτα. Το μόνο που μπορεί να κάνει κανείς είναι να συνεχίζει να φωνάζει.

Δρ. Μπομ: Ναι, τότε πρέπει να πούμε ότι δεν ξέρουμε το απο­τέλεσμα του να φωνάζεις.

Κ.: Αν φωνάζεις για να πετύχεις κάποιο αποτέλεσμα, τότε δε φω­νάζεις με το σωστό τρόπο.

Δρ. Μπομ: Ναι, έτσι γίνεται.

Κ.: Μιλάς, επισημαίνεις. Αν κανείς τους δε θέλει να προσέξει, εί­ναι δική τους δουλειά, εσύ απλώς συνεχίζεις. Τώρα, θα ήθελα να πάω πάρα πέρα. Υπάρχει, ξέρετε, κάποιο μυστήριο που η σκέ­ψη δεν μπορεί να το αγγίξει. Ποιος είναι ο λόγος που υπάρχει;

Δρ. Μπομ: Το μυστήριο; Νομίζω ότι θα μπορούσατε να το δείτε ως εξής: αν το ψάξεις μέσα στο πεδίο της σκέψης και της λογι­κής, θα διαπιστώσεις ότι δεν έχει ξεκάθαρη βάση. Οπότε κα­ταλαβαίνεις ότι «εκείνο που είναι» πρέπει να βρίσκεται πέρα απ’ αυτό το πεδίο. «Εκείνο που είναι», λοιπόν, είναι το μυστήριο.

Κ.: Ναι.

Δρ. Μπομ: Θέλω να πω ότι δεν μπορείς να ζεις στο πεδίο της πραγματικότητας και της σκέψης, για όλους τους λόγους που αναφέραμε.

Κ.: Όχι, φυσικά δεν μπορείς. Αλλά δε με νοιάζει, δεν έχω φοβίες.

Δρ. Μπομ: Δε σας νοιάζει γιατί έχετε ψυχολογική ασφάλεια. Α­κόμη και αν κάτι σας συμβεί, δε σας επηρεάζει σε βάθος.

Κ.: Ζω στο πεδίο της πραγματικότητας, αυτή είναι η ζωή μου. Εκεί έχω συνειδητά επίγνωση και αγωνίζομαι, συνεχίζω να ζω σ’ αυτό το πεδίο. Και δεν μπορώ ποτέ να αγγίξω το άλλο. Δεν μπορώ να πω: «Εγώ μπορώ να το αγγίξω», γιατί όταν το αγ­γίξεις πραγματικά, δεν υπάρχει «εγώ» που να αγγίζει. Μου λέτε: «Υπάρχει ένα μυστήριο που είναι πέρα από κά­θε κατανόηση». Επειδή είμαι εγκλωβισμένος εδώ, θα ήθελα να ’χω εκείνο. Εσείς μπορείτε να λέτε ότι υπάρχει ένα μυστήριο επειδή για σας αυτό είναι κάτι υπαρκτό, δεν είναι επινόηση, δεν είναι πρόληψη, δεν είναι αυταπάτη. Για σας είναι αλήθεια. Τα λόγια σας μου κάνουν τρομερή εντύπωση, εξαιτίας της εντιμότητά σας. Μου υποδεικνύετε κάτι κι εγώ θα ’θελα να το βρω. Με κάποιον τρόπο πρέπει να το βρω. Ποια είναι η ευθύνη σας απέναντι μου; Καταλαβαίνετε το θέμα; Λέτε ότι οι λέξεις δεν μπορούν ν’ αγγίξουν το μυστήριο, η σκέψη δεν μπορεί να το αγγίξει, κανενός είδους δράση δεν μπορεί να το αγγίξει, μόνο η δράση της αλήθειας· ίσως αυτή μπορεί να σου δώσει μια αίσθηση εκείνου του πράγματος. Κι εγώ, επειδή είμαι ένα δυστυχισμένο αν­θρώπινο πλάσμα, θέλω να έχω λίγο από εκείνο. Αλλά έρχεστε εσείς και μου λέτε, «Η αλήθεια είναι μια χώρα δίχως μονοπά­τι,  μην ακολουθείς κανέναν» – και μ’ αφήνετε μόνο μου. Αντιλαμβάνομαι, συνειδητά έχω επίγνωση του περιορι­σμένου της σκέψης, όλης της σύγχυσης, της δυστυχίας και ό­λων των άλλων. Δεν μπορώ να ξεφύγω από αυτή την κατά­σταση. Θα μπορέσει να με βοηθήσει η συμπόνια σας; Γιατί έ­να μέρος αυτού του εκπληκτικού μυστήριου είναι η συμπόνια κι εσείς είσαστε συμπονετικός. Θα με βοηθήσει η συμπόνοια σας; Προφανώς όχι. Τι πρέπει να κάνω, λοιπόν; Καίγομαι από επιθυμία για ’κείνο κι εσείς λέτε: «Μην έχετε καμιά επιθυμία για ’κείνο, δεν μπορείτε να το αποκτήσετε, δεν είναι θέμα προσωπικής σας ι­διοκτησίας». Το μόνο που μου λέτε είναι: «Βάλε τάξη στο πε­δίο της πραγματικότητας».

Δρ. Μπομ: Ναι! και, «μη δραπετεύεις από τον πόνο».

Κ.: «Αν πραγματικά βάλεις τάξη στο πεδίο της πραγματικότη­τας, τότε κάτι θα συμβεί». Κι επίσης μου λέτε, ότι αυτό πρέπει να γίνει στιγμιαία. Κι εκείνο το μυστήριο είναι κάτι που το γνωρίζουν όλοι; Το γνωρίζουν, με την έννοια ότι ξέρουν πως υπάρχει κάτι το μυ­στηριώδες. Δε λέω τις επιθυμίες τους που δημιουργούν διά­φορα μυστήρια, αλλά ξέρουν πράγματι ότι υπάρχει κάτι το μυ­στηριώδες στη ζωή, ξέχωρα από τον πόνο τους, το θάνατο, τις ζήλιες και τους φόβους; Ξέχωρα απ’ όλα αυτά, υπάρχει μια αί­σθηση ότι η ζωή έχει κάποιο μεγάλο μυστήριο. Όλοι το ξέρουν ότι έχει κάποιο μυστήριο, έτσι δεν είναι;

Δρ. Μπομ: Νομίζω ότι όλοι πρέπει να έχουν κάποια αίσθησή του. Πιθανόν να γεννιέσαι με αυτή την αίσθηση, αλλά καθώς προ- χωράει η διαδικασία της διαμόρφωσής σου να σβήνει.

Κ.: Κι έχει κανείς μέσα του τη ζωντάνια και τη δύναμη να τα πα­ραμερίσει όλα αυτά; Βλέπετε, κάτι τέτοιο έχει τη σημασία τού «ο Θεός είναι μέσα σου» – κι αυτό είναι επικίνδυνο.

Δρ. Μπομ: Όχι ακριβώς, αλλά κάπως το υπαινίσσεται. Νομίζω ότι ίσως τα παιδιά να το έχουν σε μεγαλύτερο βαθμό, όταν εί­ναι μικρά.

Κ.: Νομίζετε ότι τα σημερινά παιδιά το έχουν;

Δρ. Μπομ: Δεν ξέρω, ίσως ναι. Βλέπετε, η ζωή σε μια μοντέρνα πόλη πρέπει να επιδρά άσχημα.

Κ.: Φυσικά.

Δρ. Μπομ: Υπάρχουν πολλοί λόγοι. Ένας απ’ αυτούς είναι η έλ­λειψη επαφής με τη φύση. Νομίζω ότι κάθε επαφή με τη φύ­ση, φέρνει αυτό το μυστήριο.

Κ.: Ναι.

Δρ. Μπομ: Παραδείγματος χάριν, όταν κοιτάς τον ουρανό τη νύ­χτα.

Κ.: Ναι, αλλά οι επιστήμονες δίνουν εξηγήσεις για τα άστρα…

Δρ. Μπομ: Ναι, καταλαβαίνω.

Κ.: …και ο Κουστό εξηγεί τους ωκεανούς. Μειώνεται η σημασία των πάντων με τις εξηγήσεις.

Δρ. Μπομ: Ναι, έχει δημιουργηθεί η αίσθηση ότι κατά κανόνα μπορούμε να ξέρουμε τα πάντα.

Κ.: Έτσι η γνώση γίνεται κατάρα. Βλέπετε, η αντίληψη δεν έχει καμιά σχέση με τη γνώση. Η αλήθεια και η γνώση δεν πάνε μα­ζί’ η γνώση δεν μπορεί να περιλαμβάνει την απεραντοσύνη του μυστηρίου.

Δρ. Μπομ: Ναι, νομίζω ότι αν αρχίζαμε με ένα μικρό παιδί, ίσως αυτό τοποθετούσε το μυστήριο σε κάποια περιοχή που και το ίδιο δε θα ήξερε. Θα μπορούσε να το βάλει στο βυθό του ω­κεανού ή κάπου έξω, μακριά από εκεί που βρίσκεται. Κι ύ­στερα μαθαίνει στο σχολείο ότι οι άνθρωποι έχουν πατήσει το πόδι τους παντού. Έτσι, όλη η ιστορία του μυστηρίου φτάνει να του μοιάζει ανύπαρκτη.

Κ.: Ναι. Όλο το θέμα γίνεται πολύ επιφανειακό.

Δρ. Μπομ: Αυτός είναι ο κίνδυνος της εποχής μας σήμερα, που δίνει, δηλαδή, την εντύπωση ότι ξέρουμε λίγο πολύ τα πάντα. Ότι έχουμε, τουλάχιστον, μια γενική ιδέα του όλου σχεδίου, αν όχι και των λεπτομερειών.

Κ.: Προχτές το βράδυ άκουγα τον Μπρονόβσκι, το συγγραφέα του «Η ανέλιξη του ανθρώπου». Είχε μια εξήγηση για τα πά­ντα.

Δρ. Μπομ: Η αρχική παρόρμηση ήταν να διεισδύσει μέσα σ’ αυ­τό το μυστήριο, αυτή ήταν η επιστημονική παρόρμηση. Και κα­τά κάποιον τρόπο ξεστράτισε. Απλώς έμοιαζε σαν να δίνει ε­ξήγηση για πάντα.

Κ.: Μου επιτρέπετε να σας ρωτήσω κάτι; Εσείς, ως πεπειραμέ­νος επιστήμονας, έχετε την αίσθηση αυτού του μυστηρίου;

Δρ. Μπομ: Ναι, έτσι νομίζω. Αλλά, ξέρετε, κάπως την είχα από πάντα μου αυτή την αίσθηση.

Κ.: Τώρα, όμως, έτσι καθώς συζητάμε γι’ αυτό, νιώθετε αυτή την αίσθηση να δυναμώνει; Όχι επειδή εγώ τη νιώθω αυτή τη δύ­ναμη, αυτό είναι κάτι τελείως διαφορετικό, τότε θα ήταν θέμα επηρεασμού και τέτοια. Αλλά αν συζητώντας γι’ αυτό, νιώθετε να του ανοίγουμε μια πόρτα.

Δρ. Μπομ: Ναι, νομίζω ότι η δική μου ιδιαίτερη διαμόρφωση έ­χει πολύ έντονη την τάση να απωθεί αυτή την ιδέα του μυ­στηρίου, παρόλο που νομίζω ότι η επιστήμη βαδίζει σε λάθος κατεύθυνση.

Κ.: Αλλά, ακόμα και οι επιστήμονες παραδέχονται ότι υπάρχει κάποιο μυστήριο.

Δρ. Μπομ: Ναι, μέχρι ενός σημείου. Η γενική άποψη, όμως, εί­ναι ότι τελικά θα μπορέσει να λυθεί.

Κ.: Να λυθεί, με την έννοια να μειωθεί η σημασία του με εξηγή­σεις.

Δρ. Μπομ: Η προσωπική μου αίσθηση είναι όχι κάθε ιδιαίτερη επιστημονική εξήγηση θα είναι μέρος του πεδίου της πραγμα­τικότητας και επομένως δε θα ξεκαθαρίσει το μυστήριο.

Κ.: Όχι, το ξεκαθαρίζει, αλλά από την άποψη ότι εγώ που σας ακούω να μου εξηγείτε τα πάντα στο τέλος θα πω: «Ε, δεν υ­πάρχει τίποτα».

Δρ. Μπομ: Αυτό είναι το βασικό σημείο όπου ξεχωρίζουν η α­λήθεια από την πραγματικότητα, γιατί θα μπορούσαμε να πούμε ότι στο πεδίο της πραγματικότητας μπορείς να εξηγείς όλο και με μεγαλύτερη ευρύτητα χωρίς κανέναν περιορισμό.

Κ.: Αυτό ακριβώς κάνουν οι κομμουνιστές.

Δρ. Μπομ: Όχι μόνον οι κομμουνιστές.

Κ.: Φυσικά όχι, τους παίρνω σαν παράδειγμα.

Δρ. Μπομ: Νομίζω ότι θα μπορούσαμε να πούμε πως στο πεδίο της πραγματικότητας το καθετί μπορεί να εξηγηθεί, ότι μπο­ρούμε να διεισδύσουμε βαθύτερα και ευρύτερα και ότι υπάρ­χει η δυνατότητα απεριόριστης προόδου. Αλλά η ουσία δεν ε­ξηγείται.

Κ.: Όχι, η ερώτησή μου είναι διαφορετική. Σας ρωτάω αν έτσι καθώς μιλάτε έχετε κάποια ένδειξη ύπαρξης αυτού του μυ­στηρίου. Όντας επιστήμονας, ένας σοβαρός άνθρωπος, ίσως είχατε, πριν από πολύ καιρό, κάποια νύξη. Αλλά τώρα, καθώς μιλάτε, νιώθετε ότι δεν είναι απλή νύξη πια, αλλά αλήθεια;

Δρ. Μπομ: Ναι, είναι αλήθεια.

Κ.: Δεν είναι πια νύξη, λοιπόν;

Δρ. Μπομ: Νομίζω ότι είναι αλήθεια, εδώ και λίγο καιρό. Γιατί όλα όσα κάνουμε εδώ στο Μπρόκγουντ, αυτό αφήνουν να εν­νοηθεί.

Κ.: Ναι. Ξέρετε λοιπόν, υπάρχει κάτι ενδιαφέρον: η ύπαρξη της αλήθειας αυτού του μυστηρίου κάνει το νου να είναι εντε­λώς άδειος, έτσι δεν είναι; Είναι εντελώς ήσυχος. Ή, επειδή ο νους είναι ήσυχος, η αλήθεια του μυστηρίου υπάρχει. Δεν ξέρω αν καταφέρνω να μεταδώσω τίποτα. Όταν ο νους είναι εντελώς ήσυχος, χωρίς να χρησιμοποιείται, χωρίς να στοχάζεται πάνω σε κάτι κι επειδή έχει βάλει τάξη στην πραγ­ματικότητα είναι ελεύθερος από τη σύγχυση, τότε υπάρχει κάποιο είδος σιωπής, απλώς ο νους απομακρύνεται από τη σύγχυση. Η συνειδητοποίηση, τώρα, ότι αυτή η κατάσταση δεν είναι η σιωπή και η παραμονή μ’ αυτή τη συνειδητοποίηση χω­ρίς προσπάθεια φυγής, σημαίνει άρνηση του αποτελέσματος της τάξης.

Δρ. Μπομ: Μα λέτε ότι πρώτα βάζεις τάξη. Γιατί είναι ανα­γκαίο πρώτα να δημιουργήσεις τάξη και μετά να την αρνηθείς;

Κ.: Η άρνηση είναι σιωπή.

Δρ. Μπομ: Γι’ αυτό πρέπει να συμβούν τα πράγματα με αυτή τη σειρά;

Κ.: Επειδή όταν εξαλείφω την αταξία υπάρχει ένα είδος μαθη­ματικής τάξης και ως αποτέλεσμα αυτής της τάξης ο νους μου είναι ήσυχος.

Δρ. Μπομ: Και λέτε ότι αυτό δεν είναι αληθινή σιωπή.

Κ.: Όχι. Συνειδητοποιώντας ότι αυτή δεν είναι αληθινή σιωπή, προς στιγμή αρνούμαι την ψευδοσιωπή. Έτσι, με την άρνηση αυτής της σιωπής, δε θέλω καμιά άλλη σιωπή. Δεν υπάρχει κα­μιά κίνηση προς κάποια μεγαλύτερη σιωπή. Τότε έρχεται η ο­λοκληρωτική σιωπή που ανοίγει την πόρτα σ’ εκείνο το μυ­στήριο. Που σημαίνει ότι, όταν ο νους, με όλη του τη σύγχυση που κουβαλάει, δεν είναι τίποτα -το παραμικρό- ίσως τότε υ­πάρχει  ε κ ε ί ν ο  το  ά λ λ ο.

Κρισναμούρτι,”Η αλήθεια και το υπαρκτό” μεταφρ.Ν Πιλάβιος εκδ Καστανιώτη

Read Full Post »

krishnamurti-32

Ρωτάμε αν ο άνθρωπος μπορεί να βάλει τέλος στον πόνο. Υπάρχουν διάφορες απαντήσεις για το: πώς να πας πέρα απ’ αυτόν, πώς να τον εκλογικεύσεις, πώς να τον καταπνίξεις, πώς να ξεφύγεις απ’ αυτόν. Εδώ, όμως, ζητάμε κάτι τελείως διαφορετικό: όχι να τον καταπνίξουμε, όχι να τον αποφύγουμε, όχι να τον εκλογικεΰσουμε, αλλά όταν υπάρχει ο πόνος να μένουμε ολοκληρωτικά μαζί του, χωρίς καμιά κίνηση της σκέψης, που είναι κίνηση χρόνου και μέτρησης.
Κάποιος πονάει• πονάει επειδή έχασε το γιο του ή τη γυναίκα του ή επειδή η γυναίκα του τον εγκατέλειψε για έναν άλλον ή υποφέρει επειδή αρχίζει να φαίνεται η φθορά στα πράγματα στα οποία είναι προσκολλημένος, στο σπίτι, στο όνομα, στο πρόσωπο, σ’ όλα τα συσσωρευμένα συμπεράσματα. Μπορεί να κοιτάξει κανείς αυτό τον πόνο χωρίς τον παρατηρητή; Εξετάσαμε το θέμα του παρατηρητή. Είπαμε ότι ο παρατηρητής είναι το πρελθόν, η συσσωρευμένη μνήμη, οι εμπειρίες και η γνώση. Και παρατηρεί κανείς τον εαυτό του μ’ αυτή τη γνώση, τις εμπειρίες, τη μνήμη κι έτσι διαχωρίζει τον εαυτό του από τον πόνο: εκείνος είναι άλλος από τον πόνο κι επομένως μπορεί να κάνει κάτι γι’ αυτόν. Αλλά ο παρατηρητής είναι το παρατηρούμενο.
Σ’ αυτή, τη δήλωση ότι «ο παρατηρητής είναι το παρατηρούμενο», χρειάζεται να σταθούμε με λίγη φροντίδα και προσοχή. Αλλά δεν το δεχόμαστε. Λέμε ότι ο παρατηρητής είναι κάτι εντελώς διαφορετικό και ότι το παρατηρούμενο βρίσκεται κάπου έξω, χωριστά από τον παρατηρητή. Αν, τώρα, κοιτάξει κα νείς πολύ προσεκτικά το θέμα, αυτή τη δήλωση, δηλαδή, ότι ο παρατηρητής είναι το παρατηρούμενο, τότε μοιάζει ολοφάνερο. Όταν λες ότι είσαι θυμωμένος, δεν είσαι διαφορετικός από το θυμό, είσαι αυτό το πράγμα που ονομάζεις θυμό. Όταν ζηλεύεις, είσαι αυτή η ζήλια. Η λέξη είναι που χωρίζει• δηλαδή, με τη λέξη αναγνωρίζουμε το συναίσθημα και αυτή η αναγνώριση έρχεται από το παρελθόν κοιτάμε, λοιπόν, αυτό το αίσθημα μέσπ από τη λέξη χρησιμοποιώντας σαν φίλτρο το παρελθόν κι έτοι χωριζόμαστε από το συναίσθημα. Οπότε υπάρχει η διαίρεση ανάμεσα στον παρατηρητή και το παρατηρούμενο.
Λέμε, λοιπόν, όταν υπάρχει αυτός ο πόνος, είτε είναι προσωρινός είτε είναι μια ατέλειωτη σειρά αιτιών που προκαλούν πόνο, να τον κοιτάζουμε χωρίς τον παρατηρητή. Εσείς είστε αυτός ο πόνος• δεν είσαστε διαφορετικοί από τον πόνο. Μείνετε με όλο σας το είναι μαζί του. Τότε θα παρατηρήσετε, αν πάτε μέχρι εκεί, αν είστε πρόθυμοι να παρατηρήσετε από πολύ κοντά, ότι συμβαίνει κάτι τελείως διαφορετικό: μια μεταμόρφωση. Από τον πόνο γεννιέται μεγάλο πάθος. Αν το έχετε κάνει, έλέγξτε το και θα ανακαλύψετε ότι αυτό το πάθος δεν είναι το πάθος της πίστης, δεν είναι πάθος για συγκεκριμένο λόγο, πάθος για κάποιο ανόητο συμπέρασμα. Είναι εντελώς διαφορετικό από το πάθος της επιθυμίας. Είναι κάτι που έχει μια εντελώς διαφορετικού είδους ενέργεια- όχι της κίνησης της σκέψης, που είναι μηχανική.
Αυτό που ονομάζουμε αγάπη μάς φέρνει πάρα πολύ πόνο. Η αγάπη, έτσι όπως την ξέρουμε, είναι ευχαρίστηση• ο έρωτας, η αγάπη για την πατρίδα, η αγάπη κάποιας ιδέας και λοιπά, απ’ όλα αυτά απορρέει ευχαρίστηση. Και όταν μας αρνούνται αυτή την ευχαρίστηση, υπάρχει είτε μίσος είτε ανταγωνισμός ή βία. Μπορεί να υπάρξει αγάπη, όχι απλώς κάτι προσωπικό ανάμεσα σ’ εσένα κι εμένα ή κάποιον άλλο, αλλά το απέραντο αίσθημα (συμπόνιας-πάθους για τα πάντα και τους πάντες; Πάθος για τη φύση, συμπόνια για τη γη που πάνω της ζούμε, έτσι ώστε να μην καταστρέφουμε τη γη, τα ζώα, όλα… Χωρίς αγάπη, που είναι συμπόνια, ο πόνος δεν μπορεί παρά να συνεχίζει. Κι εμείς οι άνθρωποι τον υπομένουμε, τον δεχόμαστε σαν κάτι φυσιολογικό.
Όλες οι θρησκείες προσπάθησαν να βρουν την έξοδο από τον πόνο, αλλά οι οργανωμένες θρησκείες έχουν προξενήσει τεράστιο πόνο. Οι θρησκευτικές οργανώσεις σ’ όλο τον κόσμο έχουν κάνει μεγάλο κακό, με θρησκευτικούς πολέμους, ατέλειωτες εκτελέσεις, βασανιστήρια, κάψιμο ανθρώπων, ιδιαίτερα στη Δύση -αυτό δεν ήταν μόδα τότε στην Ανατολή. Κι εμείς εδώ μιλάμε όχι για αποδοχή ή ανοχή του πόνου, αλλά για να μένουμε ακίνητοι μπροστά στον πόνο• οπότε εμφανίζεται μεγάλη συμπόνια. Και απ’ αυτή τη συμπόνια πηγάζει όλη η δημιουργία.
Τι είναι δημιουργία, τι είναι δημιουργικός νους; Είναι ο νους που πονάει και μέσα από τον πόνο έχει μάθει κάποια τεχνική και εκφράζεται μ’ αυτή την τεχνική πάνω στο χαρτί, στο μάρμαρο, στον καμβά; Δηλαδή, η δημιουργικότητα είναι αποτέλεσμα εσωτερικής έντασης; Είναι το αποτέλεσμα μιας ζωής που βρίσκεται σε αταξία; Η δημιουργικότητα βγαίνει μέσα από τα συντρίμμια των πράξεων της καθημερινής ζωής; Δεν ξέρω αν το παρακολουθείτε. Ή πρέπει να δώσουμε μία εντελώς διαφορετική σημασία στη δημιουργικότητα, η οποία μπορεί να μη χρειάζεται καθόλου να εκφραστεί;
Πρέπει, λοιπόν, να εξετάσει κανείς αυτό το θέμα πολύ βαθιά μέσα στον ίδιο τον εαυτό του, γιατί η συνείδησή του είναι η συνείδηση όλης της ανθρωπότητας. Δεν ξέρω αν το αντιλαμβάνεστε αυτό. Ουσιαστικά, στη βάση της, η συνείδησή σας είναι ίδια με τη συνείδηση του ομιλητή όπως και με της υπόλοιπης ανθρωπότητας. Γιατί μέσα σ’ αυτή τη συνείδηση υπάρχει πόνος, δυστυχία, υπάρχει ανησυχία, υπάρχει ο φόβος του αύριο, ο φόβος της ανασφάλειας, που τη νιώθει κάθε άνθρωπος όπου κι αν ζει. Επομένως, η συνείδησή σας είναι η συνείδηση όλης της ανθρωπότητας και αν υπάρξει μεταμόρφωση της δικής σας συνείδησης, θα επιδράσει και στο σύνολο της συνείδησης των ανθρώπινων πλασμάτων. Είναι γεγονός. Έτσι, αποκτά τρομερή σημασία η ριζική αλλαγή ή η μεταμόρφωση των ανθρώπων μέσα τους, των συνειδήσεών τους.
Τώρα μπορούμε να εξετάσουμε εκείνο που ονομάζουμε θάνατο, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους παράγοντες πόνου. Όπως και με καθετί άλλο στη ζωή, θέλουμε μια γρήγορη και οριστική απάντηση, μια απάντηση που θα μας παρηγορήσει, που θα μας ικανοποιεί από κάθε πλευρά, λογικά, συναισθηματικά, σωματικά. Θέλουμε την αθανασία, οτιδήποτε μπορεί να σημαίνει αυτό και θέλουμε να διασωθούμε τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Αποφεύγουμε το θάνατο με οποιοδήποτε τίμημα, απομακρύνοντάς τον όσο πιο πολύ μπορούμε. Έτσι, δεν έχουμε μπορέσει ποτέ να τον εξετάσουμε από πολύ κοντά. Δεν έχουμε μπορέσει ποτέ να τον αντιμετωπίσουμε, να τον κατανοήσουμε, όχι μόνο λεκτικά, λογικά, αλλά ολοκληρωτικά. Περιμένουμε μέχρι την τελευταία στιγμή που μπορεί να είναι ένα ατύχημα, αρρώστια, γεράματα, όταν δεν μπορείς να σκεφτείς, όταν δεν μπορείς να δεις και έχεις πια ξεκουτιάνει. Τότε γίνεσαι χριστιανός, καθολικός, πιστεύεις στο ένα ή στο άλλο. Προσπαθούμε, λοιπόν, αυτό το πρωινό να καταλάβουμε -όχι με τα λόγια, αλλά αληθινά- τι σημαίνει να πεθάνεις, που δε σημαίνει, βέβαια, ότι θα πρέπει ν’ αυτοκτονήσουμε. Αλλά ζητάμε να μάθουμε ποια είναι η πλήρης σημασία αυτού του πράγματος που ονομάζουμε θάνατο, που είναι το τέλος εκείνου που εμείς ξέρουμε ως ζωή.
Εξετάζοντάς το αυτό πρέπει να βρούμε αν ο χρόνος, ο ψυχολογικός χρόνος, μπορεί να σταματήσει. Το σταμάτημα του χρόνου μπορεί να είναι θάνατος. Μπορεί να είναι το τέλος του χρόνου κι επομένως εκείνο που τελειώνει μπορεί να έχει και μια καινούρια αρχή, όχι εκείνο που συνεχίζεται. Μπορεί, λοιπόν, πρώτα να μπει ένα τέλος στο χρόνο, μπορεί ο χρόνος να σταματήσει; Όχι ο χρόνος που μετριέται με το ρολόι ως χτες, σήμερα και αύριο, οι 24 ώρες, αλλά η όλη κίνηση του χρόνου σαν σκέψη και μέτρηση; Αυτή η κίνηση όχι ο χρόνος του ρολογιού, αλλά αυτή η κίνηση σαν σκέψη, που είναι η όλη διαδικασία της σύγκρισης, της μέτρησης, μπορεί όλη αυτή η διαδικασία να σταματήσει; Μπορεί η σκέψη, που είναι ανταπόκριση της μνήμης, μπορεί η εμπειρία σαν γνώση -η γνώση ανήκει πάντα στο παρελθόν, η γνώση είναι παρελθόν- μπορεί όλη αυτή η κίνηση να φτάσει σ’ ένα τέλος; Όχι στον τεχνολογικό τομέα, αυτό είναι προφανές δε χρειάζεται συζήτηση. Μπορεί αυτή η κίνηση να φτάσει σ’ ένα τέλος; Μπορεί αυτή η κίνηση να τελειώσει; Ο χρόνος σαν ελπίδα, ο χρόνος σαν κάτι που συνέβη και πάνω του κολλάει ο νους, ο χρόνος σαν προσκόλληση στο παρελθόν ή σαν συμπέρασμα που είναι προβολή ενός πράγματος από το παρελθόν στο μέλλον, ο χρόνος σαν κίνηση επίτευξης από το άλφα στο ωμέγα, όλη αυτή η κίνηση στην οποία είμαστε παγιδευμένοι; Αν σας έλεγε κάποιος ότι δεν υπάρχει αύριο, ψυχολογικά, θα παθαίνατε σοκ, γιατί το αύριο είναι κάτι τρομερά σημαντικό: αύριο θα γίνετε ευτυχισμένοι, αύριο θα πετύχετε κάτι, αύριο θα εκπληρωθούν οι ελπίδες τού χτες ή οι σημερινές ελπίδες και λοιπά. Το αύριο καταλήγει, έτσι, να είναι εξαιρετικά σημαντικό, το αύριο που είναι προβολή της σκέψης από το παρελθόν.
Ρωτάμε, λοιπόν, αν όλη αυτή η κεκτημένη ταχύτητα μπορεί να τελειώσει μπορεί να φτάσει σ’ ένα τέλος. Αυτό είναι όλο το πρόβλημα του διαλογισμού, όχι να κάθεσαι και να επαναλαμ βάνεις κάποιο μάντρα, κάποια λόγια και να κάνεις κάποια κόλπα. Όλα αυτά είναι ανοησίες. Δεν είμαι αδιάλλακτος, αλλά είναι απλώς παράλογο. Και γίνεται εξαιρετικά ενδιαφέρον να το ανακαλύψεις αυτό, να το ερευνήσεις σε βάθος.
Τι είναι ο θάνατος, λοιπόν; Μπορούν να δώσουν την απάντηση μόνο οι λέξεις ή θα πρέπει κανείς να τον κοιτάξει όχι μέσα από τις λέξεις, αλλά χωρίς αυτές; Υπάρχει ο θάνατος• ο οργανισμός πεθαίνει, από έλλειψη φροντίδας, από καταχρήσεις, α πό υπερβολικές απολαύσεις, πιοτό, ναρκωτικά, ατύχημα, από όλα εκείνα που είναι κληρονομιά της σάρκας, ο οργανισμός πεθαίνει• φτάνει σ’ ένα τέλος. Η καρδιά σταματά, ο νους με όλο τον υπέροχο μηχανισμό του φτάνει σε ένα τέρμα. Αυτό το δεχόμαστε, δε φοβόμαστε που το σώμα φτάνει σε ένα τέλος, αλλά φοβόμαστε κάτι τελείως διαφορετικό. Και επειδή εκείνο φοβόμαστε βασικά, θέλουμε να διαλύσουμε αυτό το φόβο μέσα από διάφορες πίστεις, συμπεράσματα, ελπίδες.
Όλος ο ασιατικός ο κόσμος πιστεύει στη μετενσάρκωση• έχουν αποδείξεις γι’ αυτό, έτσι λένε τουλάχιστον. Που σημαίνει -παρακολουθήστε το, είναι εκπληκτικό- ότι ο «εαυτός», το εγώ, αυτό το πράγμα που έχει συναρμολογηθεί από το χρόνο, ενσαρκώνεται έως ότου αυτή η οντότητα γίνει τέλεια και απορροφηθεί από μία υψηλότερη αρχή που είναι ο Μπράμαν ή όπως αλλιώς θέλετε πέστε την. Ο χρόνος έχει δημιουργήσει το κέντρο, τον «εαυτό», το εγώ, την προσωπικότητα, το χαρακτήρα, τις κλίσεις και λοιπά και μέσω του χρόνου πάλι, θα διαλύσεις αυτή ακριβώς την οντότητα- μέσω της μετενσάρκωσης! Βλέπετε τον παραλογισμό; Η σκέψη σου έχει δημιουργήσει ένα πράγμα σαν τον «εαυτό», το κέντρο και μέσα από μία εξελικτική διαδικασία, που είναι χρόνος, θα τον διαλύσεις τελικά και θα απορροφηθείς στην υψηλότερη αρχή! Κι ωστόσο το πιστεύουν τρομερά. Προχτές συζητούσα με κάποιον που το πιστεύει πολύ βαθιά. Είπε: «Αν δεν το πιστεύετε, δεν είστε θρησκευόμενος άνθρωπος» και μου γύρισε την πλάτη κι έφυγε. Και ο χριστιανισμός έχει τη δική του μορφή συνέχισης του «εαυτού», την ανάσταση• ο Γαβριήλ που θα φυσάει τη σάλπιγγα κι όλ’ αυτά. (Γέλια). Όταν πιστεύεις στη μετενσάρκωση, εκείνο που έχει σημασία είναι ότι πρόκειται να ζήσεις κι άλλες ζωές και σ’ αυτή τη ζωή υποφέρεις ε ξαιτίας πράξεών σου στο παρελθόν. Άρα εκείνο που είναι σημαντικό, αν είσαι αληθινά, ουσιαστικά, ολοκληρωτικά αφιερωμένος σ’ αυτή την πίστη, είναι ότι αυτό σημαίνει πως πρέπει να συμπεριφέρεσαι σωστά, ορθά, με τρομερή φροντίδα για το παρόν. Και δεν το κάνουμε. Κάτι τέτοιο απαιτεί υπεράνθρωπη ενέργεια.
Υπάρχουν αρκετά προβλήματα που εμπλέκονται εδώ. Τι είναι αθανασία και τι είναι αιωνιότητα -που είναι μια άχρονη κατάσταση- και τι συμβαίνει στα ανθρώπινα πλάσματα που είναι ωστόσο παγιδευμένα στην κίνηση του χρόνου; Εμείς, τ’ ανθρώπινα πλάσματα, κάνουμε τη ζωή μας εξαιρετικά περίπλοκη, ανεύθυνη, άσχημη, ανόητη• τσακωνόμαστε, σκοτωνόμαστε για πιστεύω, για εξουσία -πολιτική και θρησκευτική- και η καθημερινή μας ζωή είναι μια σειρά από ατέλειωτες συγκρούσεις. Και θέλουμε αυτό να συνεχιστεί. Κι επειδή η ζωή μας είναι τόσο άδεια, τόσο γεμάτη από κενές λέξεις, λέμε ότι υπάρχει μία κατάσταση όπου δεν υπάρχει θάνατος, η αθανασία, που είναι μια κατάσταση όπου δεν υπάρχει κίνηση του χρόνου. Δηλαδή, ο χρόνος μέσα από τους αιώνες δημιούργησε την ιδέα του εαυτού, ενός «εγώ» που εξελίσσεται. Έχει κατασκευαστεί από το χρόνο που είναι στοιχείο της εξέλιξης. Αλλά, αναπόφευκτα, έρχεται ο θάνατος και με το σταμάτημα των εγκεφαλικών κυττάρων η σκέψη φτάνει σε ένα τέλος. Οπότε, ελπίζει κανείς ότι υπάρχει κάτι πέρα από το «εγώ», μία «υπερσυνείδηση», μια Θεϊκή σπίθα, μια σπίθα αλήθειας που δεν μπορεί ποτέ να καταστραφεί και συνεχίζεται. Κι αυτή η συνέχεια είναι που ονομάζουμε αθανασία. Αυτή είναι που θέλουμε οι περισσότεροι από μας. Αν δεν την αποκτήσεις με το να γίνεις με κάποιο τρόπο διάσημος, θέλεις να την αποκτήσεις με το να καθίσεις δίπλα στο Θεό, που είναι αιώνιος. Όλη αυτή η ιστορία είναι πολύ παράλογη!
Υπάρχει, όμως, κάτι που δεν ανήκει στο χρόνο, που δεν έχει, ούτε αρχή ούτε τέλος κι επομένως είναι άχρονο, αιώνιο; Ο θάνατος μάς είναι πρόβλημα επειδή η ζωή μας είναι έτσι όπως είναι- και αν εγώ, ένα οποιοδήποτε ανθρώπινο πλάσμα, δεν έχω κατανοήσει ολοκληρωτικά την όλη ιδιότητα της ύπαρξής μου, τι θα μου συμβεί όταν πεθάνω; Καταλαβαίνετε την ερώτηση; Είναι το τέλος μου; Δεν έχω καταλάβει. Αν δεν έχω κατανοήσει ολοκληρωτικά τον εαυτό μου, τότε υπάρχει ένα διαφορετικό πρόβλημα που θα φτάσουμε και σ’ αυτό. Δεν έχω κατανοήσει τον εαυτό μου ολοκληρωτικά -δεν εννοώ με τη λέξη «κατανοήσει» κάτι λογικό, αλλά μία αληθινή επίγνωση του εαυτού μου στο σύνολό του χωρίς επιλογές, όλου του περιεχόμενου της συνείδησής μου- αν δεν έχω σκάψει βαθιά μέσα στα ίδια μου τα θεμέλια και στη φύση της συνείδησής μου και πεθάνω, τι θα συμβεί; Ποιος θα απαντήσει σ’ αυτή την ερώτηση; (Γέλια). Μη γελάτε, την κάνω σκόπιμα. Ποιος θα απαντήσει σ’ αυτή την ερώτηση; Επειδή νομίζουμε ότι δεν μπορούμε να απαντήσουμε, τρέχουμε σε κάποιον άλλο να μας πει, στον παπά, στα βιβλία, στους ανθρώπους που λένε, «εγώ ξέρω», στους «δάσκαλους» που ξεφυτρώνουν ατέλειωτα σαν μανιτάρια. Αν κανείς απορρίψει κάθε αυθεντία -και πρέπει κανείς να απορρίψει ολοκληρωτικά κάθε αυθεντία- τότε τι σου απομένει; Τότε έχεις όλη την ενέργεια να βρεις μόνος σου, επειδή έχεις απορρίψει όλα όσα σπαταλούν την ενέργεια -δάσκαλους, ελπίδες και φόβους, κάποιον που σου λέει ότι ξέρει τι γίνεται- αν τα απορρίψεις όλα αυτά, δηλαδή κάθε είδους αυθεντία, τότε έχεις τρομακτική ενέργεια. Μ’ αυτή μπορείς ν’ αρχίσεις να ερευνάς τι πράγματι θα συμβεί όταν δεν έχεις ξεδιαλύνει τα πάντα για τη δομή και τη φύση του εαυτού, του εαυτού που είναι χρόνος και επομένως κίνηση και επομένως διαίρεση σε «εγώ» και «καθετί που δεν είναι εγώ», οπότε σύγκρουση.
Τώρα τι γίνεται μ’ εμένα, αν δεν έχω τελειώσει αυτή τη σύγκρουση; Με σας και μ’ εμένα και με τον υπόλοιπο κόσμο, αν ο ομιλητής δεν έχει τελειώσει μ’ αυτή, τι γίνεται; Όλοι πρόκειται να πεθάνουμε, ελπίζω όχι σύντομα, αλλά αργά ή γρήγορα θα γίνει. Τι θα γίνει; Όταν ζούμε με τον τρόπο που ζούμε, είμαστε τόσο ριζικά διαφορετικοί από τον πλαϊνό μας; Μπορεί να είσαι εξυπνότερος, μπορεί να έχεις περισσότερες γνώσεις ή ικανότητες, μπορεί να είσαι πιο μορφωμένος, να έχεις κάποια χαρίσματα, ταλέντα, εφευρετικότητα, αλλά βασικά εσύ κι ο άλλος είσαστε εντελώς ίδιοι. Μπορεί το χρώμα σου να είναι διαφορετικό, μπορεί να είσαι πιο ψηλός ή πιο κοντός, αλλά στην ουσία είσαστε το ίδιο. Όσο καιρό ζεις, λοιπόν, είσαι σαν τον υπόλοιπο κόσμο μέσα στο ίδιο ποτάμι, ακολουθείς την ίδια κίνηση. Και όταν πεθάνεις, συνεχίζεις να ακολουθείς την ίδια κίνηση. Αναρωτιέμαι, αν καταλαβαίνετε τι λέω. Μόνο ο άνθρωπος που έχει πλήρη επίγνωση της διαμόρφωσής του, της συνείδησής του, του περιεχομένου της και προχωράει και το διαλύει, μόνο αυτός δε βρίσκεται μέσα στο ποτάμι. Σας το ξεκαθαρίζω καθόλου; Είμαι άπληστος, φθονερός, φιλόδοξος, σκληρός, βίαιος και το ίδιο είστε κι εσείς. Κι αυτή είναι η καθημερινή μας ζωή• ασήμαντη, με αποδοχή της αυθεντίας, με καβγάδες, πίκρες, χωρίς αγάπη και με λαχτάρα ν’ αγαπηθούμε, με τις αγωνίες της μοναξιάς, με ανεύθυνες σχέσεις… Αυτή είναι η καθημερινή μας ζωή. Και είμαστε σαν όλο τον υπόλοιπο κόσμο• είναι ένα πελώριο, ατέλειωτο ποτάμι. Και όταν πεθάνουμε, θα είμαστε σαν τους υπόλοιπους, θα κινούμαστε μέσα στο ίδιο ποτάμι όπως και πριν, όταν ζούσαμε. Αλλά ο άνθρωπος που κατανοεί ριζικά τον εαυτό του, που έχει λύσει όλα τα ψυχολογικά προβλήματα μέσα του, δεν ανήκει στο ποτάμι. Έχει βγει έξω απ’ αυτό.
Η συνείδηση του ανθρώπου που έχει απομακρυνθεί από το ποτάμι είναι εντελώς διαφορετική. Δε σκέφτεται με βάση το χρόνο, τη συνέχεια ή την αθανασία. Αλλά οι άλλοι άνθρωποι είναι ακόμα μέσα σ’ αυτά. Έτσι εμφανίζεται το πρόβλημα: τι σχέση έχει ο άνθρωπος που είναι απ’ έξω, με τον άνθρωπο που είναι μέσα; Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στην αλήθεια και στην πραγματικότητα; Όντας η πραγματικότητα, όπως είπαμε, όλα όσα έχουν συναρμολογηθεί από τη σκέψη. Η ρίζα της λέξης πραγματικότητα, είναι πράγμα. Και ζώντας στον κόσμο των πραγμάτων, που είναι η πραγματικότητα, θέλουμε να εδραιώσουμε σχέση με έναν κόσμο που δεν έχει κανενός είδους πράγμα, κάτι που είναι αδύνατον.
Εκείνο που λέμε είναι ότι η συνείδηση, με όλο της το περιεχόμενο, είναι χρονική κίνηση. Σ’ αυτή την κίνηση είναι παγιδευμένα όλα τα ανθρώπινα πλάσματα. Ακόμα κι όταν πεθάνουν, αυτή η κίνηση συνεχίζεται. Έτσι είναι- είναι γεγονός. Και ο άνθρωπος που θα δει όλο αυτό το πράμα στο σύνολό του, δηλαδή το φόβο, την ευχαρίστηση και τον τεράστιο πόνο που προκαλεί στον ίδιο τον εαυτό του και δημιουργεί στους άλλους, που θα δει το σύνολο αυτής της κατάστασης και θα κατανοήσει αληθινά τη φύση και τη δομή του εαυτού, του «εγώ» στο σύνολό του, αυτός ο άνθρωπος θα βρεθεί έξω από το ποτάμι. Αυτό θα πει κρίση συνείδησης. Εμείς προσπαθούμε να λύσουμε όλα μας τα ανθρώπινα προβλήματα, οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά, μέσα στην περιοχή της δεμένης με το χρόνο συνείδησης. Αναρωτιέμαι αν το βλέπετε. Κι έτσι, δεν μπορούμε να τα λύσουμε ποτέ. Δείχνουμε να δεχόμαστε τον πολιτικό σαν να πρόκειται αυτός να σώσει τον κόσμο ή τον παπά ή τον ψυχαναλυτή ή κάποιον άλλο. Και, όπως είπαμε, μεταμόρφωση της συνείδησης σημαίνει τέλειωμα του χρόνου, που είναι το τέλος του «εγώ» που έχει φτιαχτεί μέσω του χρόνου. Μπορεί να συμβεί αυτό; Ή είναι απλώς μια θεωρία σαν όλες τις άλλες;
Μπορεί ένας άνθρωπος, εσείς, μπορείτε να το κάνετε στ’ αλήθεια; Όταν το κάνετε επηρεάζεται η ανθρώπινη συνείδηση στο σύνολό της. Που σημαίνει ότι κατανοώντας κανείς τον εαυτό του, που είναι κατανόηση της ανθρωπότητας -γιατί εγώ είμαι όλη η ανθρωπότητα- έρχεται όχι μόνο συμπόνια, αλλά και ένα εντελώς διαφορετικό είδος ενέργειας. Αυτή η ενέργεια, μαζί με τη συμπόνια της, φέρνει ένα εντελώς διαφορετικό είδος δράσης. Αυτή η δράση είναι ακέραια, δεν είναι κομματιασμένη

.Κρισναμούρτι,”Η αλήθεια και το υπαρκτό” μεταφρ.Ν Πιλάβιος εκδ Καστανιώτη

 

Read Full Post »

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Ακροατής: Έτσι όπως το καταλαβαίνω εγώ, κύριε, το μήνυμά σας και το μήνυμα του Ιησού Χριστού, αν και διατυπωμένα διαφορετικά, μοιάζουν να καταλήγουν στο ίδιο σημείο. Πάντα θεωρούσα ότι το μήνυμά σας και το μήνυμα του Ιησού Χριστού είχαν τελείως διαφορετικό περιεχόμενο. Πριν δύο, περίπου. Χρόνια ήμουν χριστιανός, επομένως είναι πολύ δύσκολο να απαλλαγώ από δηλώσεις που έκανε ο Ιησούς όπως: « Ουδείς ελθείν τω Πατρί…» κ.λπ. Αν και βρίσκω το δικό σας μήνυμα πιο λογικό τώρα, εσείς βλέπετε να μοιάζουν  τα δύο μηνύματα;

Κρισναμούρτι:  Είναι πολύ απλό: εγώ δεν έχω κανένα μήνυμα. Απλώς δείχνω κάτι. Αυτό δεν είναι μήνυμα. Και γιατί θέλουμε μηνύματα; Γιατί θέλουμε να μας δώσει κάποιος κάτι, όταν τα πάντα υπάρχουν μέσα μας;

Ακροατής 2: Α, αυτό είναι υπέροχο!

Κρισναμούρτι: Όχι, δεν είναι καθόλου υπέροχο. (Γέλια). Δείτε το, σας παρακαλώ. Είστε το αποτέλεσμα όλων των ειδών των επιδράσεων, παιδείας, προπαγάνδας, χιλιάδων λέξεων, αυτό είστε. Και αν ξέρεις πώς να κοιτάς, πώς να  «διαβάζεις», πώς να ακούς και πώς να βλέπεις- η τέχνη να βλέπεις- τότε τα πάντα είναι εκεί ακριβώς μπροστά σου.  Όμως, δεν έχουμε την ενέργεια, την κλίση ή το ενδιαφέρον. Θέλουμε κάποιος άλλος να μας πει τι γράφει στη «σελίδα». Και το πρόσωπο που μας το λέει, το θεωρούμε εξαιρετικό ανθρώπινο πλάσμα. Το λατρεύουμε ή το καταστρέφουμε, πράγμα που είναι το ίδιο. Είναι, λοιπόν, ακριβώς μπροστά σας. Δε χρειάζεστε μηνύματα. Δέστε το, σας παρακαλώ. Το βιβλίο είναι σημαντικό ή αυτό που βρίσκετε μέσα στο βιβλίο; Αυτό που βρίσκετε μέσα στο βιβλίο, που το πετάτε αφού το διαβάσετε. Σ΄ αυτές τις ομιλίες τώρα, ακούτε, ανακαλύπτετε, ερευνάτε κι ύστερα πετάτε μακριά τον ομιλητή. Ο ομιλητής δεν έχει καμιά σημασία. Είναι σαν ένα τηλέφωνο.

Η άλλη ερώτηση είναι: « Γιατί μιλάτε;». Αυτό χρειάζεται απάντηση; Θα λέγατε στο λουλούδι στην άκρη του δρόμου: « Γιατί ανθίζεις;». Απλώς είναι εκεί για σας, για να το κοιτάτε, να το ακροάζεστε, να δείτε την ομορφιά του και να ξαναγυρίσετε για να δείτε πάλι την ομορφιά του. Αυτό είναι όλο.

Ακροατής: ( Χωρίς να ακούγεται καλά)… Έχουμε το ίδιο μήνυμα, τις ίδιες λέξεις… υπάρχουν μέσα μας… τον γκουρού.

Ακροατής 2: ( Επαναλαμβάνει) Έχουμε τον γκουρού μέσα μας.

Κρισναμούρτι: Είστε σίγουροι;

Ακροατής 2: Και τα ουράνια, είπε.

Κρισναμούρτι: Τα ουράνια; Έχετε τα ουράνια μέσα σας; Αχ, μακάρι  να τα είχατε. Μέσα σας είστε τόσο μπερδεμένοι, τόσο δυστυχισμένοι, τόσο ανήσυχοι… Τι λέξεις!… «Τα ουράνια!»… Μπορείτε να υποκαταστήσετε το Θεό με τα ουράνια ή τα ουράνια με το Θεό και να νομίσετε ότι είστε εντελώς διαφορετικοί. Ο άνθρωπος από πάντα πίστευε ότι έχει το Θεό μέσα του, ότι έχει φως μέσα του ή κάτι άλλο. Όταν, όμως, δεις αληθινά ότι δεν έχεις τίποτα, υπάρχει πλήρης ασφάλεια. Και μέσα από κει μπορούν τα πάντα να συμβούν, να ανθίσουν.

Κρισναμούρτι,”Η αλήθεια και το υπαρκτό” μεταφρ.Ν Πιλάβιος εκδ Καστανιώτη

Read Full Post »

 

hqdefault

Ποιος είναι ο ενωτικός παράγοντας στο διαλογισμό; Γιατί, όπως ξέρετε, αυτό είναι ένα από τα πιο αναγκαία και ύψιστης σημασίας θέματα. Οι πολιτικοί δεν πρόκειται να φέρουν αυτή την ενότητα ανάμεσα μας, όσο κι αν συζητούν γι’ αυτή. Τους πήρε χιλιάδες χρόνια μόνο και μόνο για να αρχίσουν να συναντιούνται. Ποιος είναι αυτός ο παράγοντας; Μιλάμε για ένα εντελώς διαφορετικό είδος ενέργειας, που δεν είναι η κίνηση της σκέψης με τη δική της ενέργεια. Και θα μπορέσει αυτή η ενέργεια, που δεν πηγάζει από τη σκέψη, να φέρει αυτή την ενότητα; Αυτό το πρόβλημα είναι δικό σας, έτσι δεν είναι; Ενότητα ανάμεσα σ’ εσάς και τη γυναίκα σας ή τον άντρα σας, ενότητα ανάμεσα σ’ εσάς και έναν άλλο. Βλέπετε, έχουμε κάνει προσπάθειες να φέρουμε αυτή την ενότητα- η σκέψη βλέπει την ανάγκη για ενότητα και τότε δημιουργεί ένα κέντρο. Όπως ο ήλιος είναι το κέντρο αυτού του κόσμου, που συγκρατεί όλα τα πράγματα μέσα σ’ αυτό το φως, έτσι κι αυτό το κέντρο που δημιουργεί η σκέψη ελπίζει να ενώσει τους ανθρώπους. Οι μεγάλοι κατακτητές, οι μεγάλοι πολεμιστές, προσπάθησαν να το κάνουν αυτό χύνοντας το αίμα των ανθρώπων. Οι θρησκείες προσπάθησαν να το κάνουν, αλλά έφεραν μεγαλύτερη διαίρεση με τη σκληρότητά τους, τους πολέμους τους, τα βασανιστήριά τους. Η επιστήμη το έχει ερευνήσει. Και επειδή η επιστήμη είναι συσσωρευμένη γνώση και η κίνηση της γνώσης είναι σκέψη, όντας η σκέψη κομματιασμένη δεν μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους.

Υπάρχει κάποια ενέργεια που θα φέρει αυτή την ενότητα, αυτή την ενοποίηση του ανθρώπινου γένους; Λέμε ότι αυτή η ενέργεια εμφανίζεται με το διαλογισμό, γιατί στο διαλογισμό δεν υπάρχει κέντρο. Το κέντρο δημιουργείται από τη σκέψη, αλλά στο διαλογισμό εμφανίζεται κάτι εντελώς διαφορετικό και αυτό είναι η συμπόνια. Αυτός είναι ο παράγοντας που ενώνει τους ανθρώπους. Να είσαι συμπονετικός όχι να γίνεις, που κι αυτό είναι άλλη μια αυταπάτη, αλλά να είσαι συμπονετικός.

Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο όταν δεν υπάρχει κέντρο, το κέντρο που έχει δημιουργηθεί από τη σκέψη, τη σκέψη που ελπίζει ότι μπορεί να φέρει ενότητα δημιουργώντας ένα κέντρο, όπως μια διασπασμένη κυβέρνηση, όπως μια δικτατορία, όπως ο αυταρχισμός- όλα αυτά είναι κέντρα που ελπίζουν ότι θα δημιουργήσουν ενότητα. Όλα αυτά έχουν αποτύχει και αναπόφευκτα θα αποτυγχάνουν. Υπάρχει μόνο ένας παράγοντας κι αυτός είναι εκείνη η αίσθηση μεγάλης συμπόνιας. Κι αυτή η συμπόνια υπάρχει όταν κατανοήσουμε τον πόνο σε όλο το πλάτος και βάθος του. Γι’ αυτό μιλήσαμε πάρα πολύ για τον πόνο, τον πόνο όχι μόνο ενός ανθρώπου, αλλά το συλλογικό πόνο της ανθρωπότητας. Μην το κατανοήσετε λεκτικά ή λογικά, αλλά με κάτι άλλο, με την καρδιά σας, νιώθοντάς το. Και καθώς εσείς είστε ο κόσμος και ο κόσμος είναι εσείς, αν υπάρξει αυτή η γέννηση της συμπόνιας, τότε αναπόφευκτα θα φέρετε την ενότητα, δεν μπορείτε να κάνετε αλλιώς.

Κρισναμούρτι,”Η αλήθεια και το υπαρκτό” μεταφρ.ΝΠιλάβιος εκδ Καστανιώτη

Read Full Post »

21288_502757449791289_1796224465_n
Έχετε προσπαθήσει ξανά και ξανά να δώσετε σημασία σε μια ζωή που έχει πολύ λίγο νόημα, που είναι πολύ ρηχή κι ασήμαντη και, καθώς δεν το πετυχαίνετε, την επεκτείνετε στο ίδιο επίπεδο. Αυτή η επέκταση μπορεί να συνεχίζεται ασταμάτητα, αλλά δεν έχει καμία εσωτερικότητα, κανένα βάθος.
Η οριζόντια κίνηση θα σας οδηγήσει σε κάθε είδους συναρπαστικά και διασκεδαστικά μέρη, αλλά η ζωή θα παραμένει ρηχή. Μπορεί να προσπαθήσετε να της δώσετε βάθος με το μυαλό σας, αλλά και πάλι θα είναι επιφανειακή. Για ένα νου που ερευνά πραγματικά και δεν εξετάζει τα πράγματα λεκτικά ή συνθέτοντας διανοητικές υποθέσεις, για τον ερευνητικό νου, η οριζόντια κίνηση έχει πολύ μικρή σημασία. Δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα περισσότερο από τα πολύ φανερά, κι έτσι η επανάσταση είναι και πάλι κάτι επιφανειακό, γιατί κινείται στην ίδια κατεύθυνση: εξωτερικά, πολιτικά, μεταρρυθμιστικά κ.λπ.
Η μόνη επανάσταση είναι εκείνη που γίνεται μέσα σου. Δεν είναι οριζόντια, αλλά κάθετη. Η κίνηση προς το εσωτερικό του εαυτού σου δεν είναι ποτέ οριζόντια, και επειδή γίνεται προς τα μέσα έχει αμέτρητο βάθος. Κι όταν υπάρχει αληθινά αυτό το βάθος, δεν είναι ούτε οριζόντιο ούτε κάθετο.
Όσο η εκπαίδευση θα ενδιαφέρεται απλώς για την παιδεία του «έξω», εξειδικεύοντας, δυναμώνοντας τον κομφορμισμό -την προσαρμογή και την υποταγή-, η κίνηση προς τα μέσα με το τεράστιο βάθος της θα είναι αναπόφευκτα για τους λίγους, και στην έλλειψη αυτής της κίνησης υπάρχει επίσης πολλή θλίψη. Και η θλίψη δεν μπορεί να διαλυθεί, δεν μπορεί να κατανοηθεί όταν σπαταλάς τρομερή ενέργεια τρέχοντας πάνω κάτω στην επιφάνεια. Αν δεν τη διαλύσετε γνωρίζοντας διαρκώς τον εαυτό σας, θα έχετε τη μία επανάσταση μετά την άλλη, μεταρρυθμίσεις που θα χρειάζονται κι άλλες μεταρρυθμίσεις, και θα συνεχίζεται ο αδιάκοπος ανταγωνισμός μεταξύ των ανθρώπων.
Το «γνώθι σ’ αυτόν» είναι η αρχή κάθε σοφίας και δεν βρίσκεται μέσα σε βιβλία, σε ναούς ή σε λεκτικά ψυχολογικά ξεφλουδίσματα.
Begining of Learning Part II, Chapter I,
Conversation with Parents and Teachers

Read Full Post »

tis_anoiksis_1[1]

Ακρ.: Χρειάζεται να υπάρχει κίνητρο για να κάνεις μια δουλειά;

Κ.: Ποιος νομίζετε ότι είναι ο σωστός τρόπος για να κερδίζει κανείς τη ζωή του; Όχι ποιος είναι ο πιο βολικός, όχι ποιος είναι ο πιο αποδοτικός, ο πιο ευχάριστος ή προσοδοφόρος, αλλά ποιος είναι ο σωστός τρόπος να κερδίζεις τη ζωή σου; Τώρα, πώς θα βρείτε ποιος είναι ο σωστός; Η λέξη «σωστός» σημαίνει ορθός, κατάλληλος. Δεν μπορεί να είναι κατάλληλος αν κάνεις κάτι για το κέρδος ή την ευχαρίστηση. Το θέμα είναι περίπλοκο. Καθετί που έχει φτιάξει η σκέψη είναι πραγματικότητα. Αυτή η σκηνή εδώ, έχει φτιαχτεί ύστερα από σκέψη και είναι μια πραγματικότητα. Το δέντρο δεν έχει φτιαχτεί από τη σκέψη, αλλά είναι κι αυτό μια πραγματικότητα. Οι ψευδαισθήσεις είναι πραγματικότητα• οι ψευδαισθήσεις που έχει κάποιος, οι φαντασιώσεις, όλα αυτά είναι πραγματικότητα. Και η συμπεριφορά που προέρχεται απ’ αυτές τις ψευδαισθήσεις είναι νευρωτική και είναι επίσης πραγματική. Έτσι, όταν κάνεις την ερώτηση: «Ποιος είναι ο σωστός τρόπος να κερδίζεις τη ζωή σου», θα πρέπει να κατανοήσεις τι είναι η πραγματικότητα. Η πραγματικότητα δεν είναι αλήθεια.

Ποια είναι, λοιπόν, η ορθή συμπεριφορά σ’ αυτή την πραγματικότητα; Και πώς θ’ ανακαλύψεις τι είναι σωστό σ’ αυτή την

πραγματικότητα; Πώς θα το ανακαλύψεις από μόνος σου, όχι να σου το πει κάποιος άλλος. Πρέπει, λοιπόν, να βρούμε ποια είναι η κατάλληλη, η ορθή, η σωστή συμπεριφορά ή ο σωστός τρόπος να κερδίζει κανείς τη ζωή του στον κόσμο της πραγματικότητας που περιλαμβάνει και τις ψευδαισθήσεις. Μην ξεφεύγετε, μην το σκάτε,η πίστη είναι ψευδαίσθηση και η συμπεριφορά που βασίζεται σε πίστη είναι νευρωτική- ο εθνικισμός και όλα τα παρόμοια είναι μια άλλη μορφή πραγματικότητας, αλλά κι αυτός είναι ψευδαίσθηση. Παίρνοντας, λοιπόν, όλα αυτά ως πραγματικότητα, τότε τι είναι σωστό να κάνεις μέσα σ’ αυτήν;

Ποιος θα σας το πει; Προφανώς, κανείς. Αλλά όταν βλέπετε την πραγματικότητα χωρίς ψευδαισθήσεις, τότε αυτή η ίδια η αντίληψη της πραγματικότητας είναι η νοημοσύνη σας, δεν είναι; Σ’ αυτή δεν μπερδεύονται η πραγματικότητα και η ψευδαίσθηση. Όταν υπάρχει, λοιπόν, παρατήρηση της πραγματικότητας, της πραγματικότητας του δέντρου, της πραγματικότητας αυτής της σκηνής, κάθε πραγματικότητας που έχει φτιάξει η σκέψη, συμπεριλαμβανομένων των οραμάτων και των ψευδαισθήσεων, όταν βλέπετε όλη αυτή την πραγματικότητα, τότε η ίδια αυτή η αντίληψη είναι που σας δίνει τη νοημοσύνη σας, έτσι δεν είναι; Η νοημοσύνη σας, λοιπόν, σας λέει τι θα κάνετε. Αναρωτιέμαι αν το καταλαβαίνετε αυτό. Νοημοσύνη είναι να αντιλαμβάνεται κανείς τι συμβαίνει και τι δε συμβαίνει, να αντιλαμβάνεται «αυτό που συμβαίνει» και να βλέπει την πραγματικότητα «αυτού που συμβαίνει», που σημαίνει ότι δεν έχεις καμία ψυχολογική εμπλοκή, καμία ψυχολογική απαίτηση, που είναι μορφές ψευδαίσθησης. Το να δεις όλα αυτά είναι νοημοσύνη, και αυτή η νοημοσύνη θα λειτουργήσει όπου κι αν βρίσκεσαι. Οπότε αυτή θα σου πει τι θα κάνεις.

Τότε τι είναι αλήθεια; Ποιος είναι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αλήθεια; Ο συνδετικός κρίκος είναι αυτή η νοημοσύνη. Η νοημοσύνη που βλέπει το σύνολο της πραγματικότητας κι επομένως δεν την μπερδεύει με την αλήθεια. Και τότε η αλήθεια δρα στην πραγματικότητα μέσω της νοημοσύνης.

Κρισναμούρτι «Η αλήθεια και το υπαρκτό»,μετάφραση Ν.Πιλάβιος,εκδ.Καστανιώτη

Read Full Post »


Γιατί δεχόμαστε να πονάμε ψυχολογικά, γιατί το ανεχόμαστε αυτό; Ο σωματικός πόνος μπορεί να ελεγχθεί ή να τον ανεχτείς. Και είναι σημαντικό τέτοιοι σωματικοί πόνοι να μη διαστρεβλώνουν τη διαύγεια της σκέψης. Το εξετάσαμε αυτό. Γιατί στους περισσότερους από μας, όταν υπάρχει σωματικός πόνος, μια συνεχής ταλαιπωρία, διαστρεβλώνεται η σκέψη μας, εμποδιζόμαστε να έχουμε αντικειμενική σκέψη και γίνεται υποκειμενική, ασταθής, διαστρεβλωμένη. Αν κάποιος δεν έχει δραστική επίγνώση όλης αυτής της διαδικασίας του σωματικού πόνου, είτε θυμάται που τον ένιωσε και στο παρελθόν είτε φοβάται ότι θα τον ξανανιώσει στο μέλλον, τότε παρουσιάζονται νευρωτικές συνήθειες, νευρωτική συμπεριφορά. Μιλήσαμε γι’ αυτό με συντομία προχτές.
Ρωτάμε αν υπάρχει καμιά δυνατότητα για τα ανθρώπινα πλάσματα να τελειώσουν τον πόνο, τον ψυχολογικό πόνο, σε όλα τα επίπεδα της ύπαρξής τους. Και όταν το ερευνήσουμε αυτό τό βαθιά μέσα μας, θα δούμε ότι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες αυτού του πόνου είναι η προσκόλληση, η προσκόλληση σε ιδέες, σε συμπεράσματα, σε ιδεολογίες, πράγματα που λειτουργούν σαν ασφάλεια. Και όταν αυτή η ασφάλεια απειλείται, υπάρχει ένα είδος πόνου. (Σας παρακαλώ, μην ξεχνάτε ότι συμμετέχουμε όλοι μαζί σ’ αυτό, εξετάζουμε μαζί το θέμα του πόνου. Δεν ακούτε απλώς κάποια ομιλία -αν μου επιτρέπετε να το επισημάνω- και συγκεντρώνετε μερικές ιδέες, συμφωνώντας ή διαφωνώντας, αλλά θα έλεγα ότι μάλλον βρισκόμαστε σε επικοινωνία, καθώς μοιραζόμαστε το πρόβλημα, εξετάζουμε το ερώτημα, το θέμα, ενεργά. Κι έτσι γινόμαστε όλοι υπεύθυνοι, τόσο εσείς όσο και ο ομιλητής.) Υπάρχει, επίσης, η προσκόλληση σε πρόσωπα. Στις σχέσεις μας υπάρχει πολύς πόνος. Ο ένας, δηλαδή, μπορεί να είναι ελεύθερος από τη διαμόρφωση του φόβου και όλων των σχετικών, ενώ ο άλλος μπορεί να μην είναι, εξ’ ού και υπάρχει ένταση. Η λέξη προσκόλληση σημαίνει «δέσιμο» -όχι μόνο σωματικό αλλά και ψυχολογικό- σημαίνει εξάρτηση από κάτι. Σε μια σχέση μπορεί ο ένας να είναι ελεύθερος και ο άλλος να μην είναι ελεύθερος, εξ’ ού και η σύγκρουση. Ο ένας μπορεί να είναι καθολικός και ο άλλος να μην είναι καθολικός ή να μην είναι κομουνιστής. Εξού και η σύγκρουση που θρέφει τη συνεχή ένταση και τον πόνο.
Έπειτα υπάρχει ο πόνος του θανάτου, του άγνωστου. Ο πόνος να χάσεις κάτι, στο οποίο ήσουν προσκολλημένος στο παρελθόν, στην ανάμνησή του. Δεν ξέρω αν τα έχετε παρατηρήσει όλα αυτά στον εαυτό σας. Είναι, λοιπόν, δυνατόν να ζήσεις και να έχεις ολοκληρωτική σχέση με κάποιον, χωρίς αυτή την ένταση που φέρνει ο εγωισμός, η ιδιοτέλεια, η εγωκεντρική συμπεριφορά, η επιθυμία που σε τραβάει από δω κι από κει, να ζήσεις μέσα σε μια σχέση στην οποία μπορεί να υπάρχουν αντιθέσεις, γιατί ο ένας μπορεί να είναι ελεύθερος και ο άλλος να μην είναι; Για να ζήσεις σ’ αυτή την κατάσταση απαιτείται όχι μόνο ανεκτικότητα -μια ανόητη λογική που δημιούργησε ο άνθρωπος- αλλά απαιτεί ένα πολύ πιο σπουδαίο πράγμα που είναι στοργή, αγάπη κι επομένως συμπόνια. Θα το εξετάσουμε αυτό.
Ρωτάμε αν ο άνθρωπος μπορεί να βάλει τέλος στον πόνο. Υπάρχουν διάφορες απαντήσεις για το: πώς να πας πέρα απ’ αυτόν, πώς να τον εκλογικεύσεις, πώς να τον καταπνίξεις, πώς να ξεφύγεις απ’ αυτόν. Εδώ, όμως, ζητάμε κάτι τελείως διαφορετικό: όχι να τον καταπνίξουμε, όχι να τον αποφύγουμε, όχι να τον εκλογικεύσουμε, αλλά όταν υπάρχει ο πόνος να μένουμε ολοκληρωτικά μαζί του, χωρίς καμιά κίνηση της σκέψης, που είναι κίνηση χρόνου και μέτρησης.
Κάποιος πονάει. Πονάει επειδή έχασε το γιο του ή τη γυναίκα του ή επειδή η γυναίκα του τον εγκατέλειψε για έναν άλλον ή υποφέρει επειδή αρχίζει να φαίνεται η φθορά στα πράγματα στα οποία είναι προσκολλημένος, στο σπίτι, στο όνομα, στο πρόσωπο, σ’ όλα τα συσσωρευμένα συμπεράσματα. Μπορεί να κοιτάξει κανείς αυτό τον πόνο χωρίς τον παρατηρητή; Εξετάσαμε το θέμα του παρατηρητή. Είπαμε ότι ο παρατηρητής είναι το παρελθόν, η συσσωρευμένη μνήμη, οι εμπειρίες και η γνώση. Και παρατηρεί κανείς τον εαυτό του μ’ αυτή τη γνώση, τις εμπειρίες, τη μνήμη κι έτσι διαχωρίζει τον εαυτό του από τον πόνο: εκείνος είναι άλλος από τον πόνο κι επομένως μπορεί να κάνει κάτι γι’ αυτόν. Αλλά ο παρατηρητής είναι το παρατηρούμενο.
Σ’ αυτή, τη δήλωση ότι «ο παρατηρητής είναι το παρατηρούμενο», χρειάζεται να σταθούμε με λίγη φροντίδα και προ σοχή. Αλλά δεν το δεχόμαστε. Λέμε ότι ο παρατηρητής είναι κάτι εντελώς διαφορετικό και ότι το παρατηρούμενο βρίσκεται, κάπου έξω, χωριστά από τον παρατηρητή. Αν, τώρα, κοιτάξει κανείς πολύ προσεκτικά το θέμα, αυτή τη δήλωση, δηλαδή, ότι ο παρατηρητής είναι το παρατηρούμενο, τότε μοιάζει ολοφάνερο Όταν λες ότι είσαι θυμωμένος, δεν είσαι διαφορετικός από το θυμό, είσαι αυτό το πράγμα που ονομάζεις θυμό. Όταν ζηλεύεις, είσαι αυτή η ζήλια. Η λέξη είναι που χωρίζει, δηλαδή, με τη λέξη αναγνωρίζουμε το συναίσθημα και αυτή η αναγνώριση έρχεται από το παρελθόν. Κοιτάμε, λοιπόν, αυτό το αίσθημα μεοα από τη λέξη χρησιμοποιώντας σαν φίλτρο το παρελθόν κι έτσι χωριζόμαστε από το συναίσθημα. Οπότε υπάρχει η διαίρεση ανάμεσα στον παρατηρητή και το παρατηρούμενο.
Λέμε, λοιπόν, όταν υπάρχει αυτός ο πόνος, είτε είναι προσωρινός είτε είναι μια ατέλειωτη σειρά αιτιών που προκαλούν πόνο, να τον κοιτάζουμε χωρίς τον παρατηρητή. Εσείς είστε αυτός ο πόνος. Δεν είσαστε διαφορετικοί από τον πόνο. Μείνετε με όλο σας το είναι μαζί του. Τότε θα παρατηρήσετε, αν πάτε μέχρι εκεί, αν είστε πρόθυμοι να παρατηρήσετε από πολύ κοντά, ότι συμβαίνει κάτι τελείως διαφορετικό: μια μεταμόρφωση. Από τον πόνο γεννιέται μεγάλο πάθος. Αν το έχετε κάνει, έλέγξτε το και θα ανακαλύψετε ότι αυτό το πάθος δεν είναι το πάθος της πίστης, δεν είναι πάθος για συγκεκριμένο λόγο, πάθος για κάποιο ανόητο συμπέρασμα. Είναι εντελώς διαφορετικό από το πάθος της επιθυμίας. Είναι κάτι που έχει μια εντελώς διαφορετικού είδους ενέργεια. Όχι της κίνησης της σκέψης, που είναι μηχανική.
Αυτό που ονομάζουμε αγάπη μάς φέρνει πάρα πολύ πόνο. Η αγάπη, έτσι όπως την ξέρουμε, είναι ευχαρίστηση. Ο έρωτας, η αγάπη για την πατρίδα, η αγάπη κάποιας ιδέας και λοιπά, απ’ όλα αυτά απορρέει ευχαρίστηση. Και όταν μας αρνούνται αυτή την ευχαρίστηση, υπάρχει είτε μίσος είτε ανταγωνισμός ή βία. Μπορεί να υπάρξει αγάπη, όχι απλώς κάτι προσωπικό ανάμεσα σ’ εσένα κι εμένα ή κάποιον άλλο, αλλά το απέραντο αίσθημα συμπόνιας-πάθους για τα πάντα και τους πάντες; Πάθος για τη φύση, συμπόνια για τη γη που πάνω της ζούμε, έτσι ώστε να μην καταστρέφουμε τη γη, τα ζώα, όλα… Χωρίς αγάπη, που είναι συμπόνια, ο πόνος δεν μπορεί παρά να συνεχίζει. Κι εμείς οι άνθρωποι τον υπομένουμε, τον δεχόμαστε σαν κάτι φυσιολογικό.
Όλες οι θρησκείες προσπάθησαν να βρουν την έξοδο από τον πόνο, αλλά οι οργανωμένες θρησκείες έχουν προξενήσει τεράστιο πόνο. Οι θρησκευτικές οργανώσεις σ’ όλο τον κόσμο έχουν κάνει μεγάλο κακό, με θρησκευτικούς πολέμους, ατέλειωτες εκτελέσεις, βασανιστήρια, κάψιμο ανθρώπων, ιδιαίτερα στη Δύση -αυτό δεν ήταν μόδα τότε στην Ανατολή. Κι εμείς εδώ μιλάμε όχι για αποδοχή ή ανοχή του πόνου, αλλά για να μένουμε ακίνητοι μπροστά στον πόνο, οπότε εμφανίζεται μεγάλη συμπόνια. Και απ’ αυτή τη συμπόνια πηγάζει όλη η δημιουργία.
Τι είναι δημιουργία, τι είναι δημιουργικός νους; Είναι ο νους που πονάει και μέσα από τον πόνο έχει μάθει κάποια τεχνική και εκφράζεται μ’ αυτή την τεχνική πάνω στο χαρτί, στο μάρμαρο, στον καμβά; Δηλαδή, η δημιουργικότητα είναι αποτέλεσμα εσωτερικής έντασης; Είναι το αποτέλεσμα μιας ζωής που βρίσκεται σε αταξία; Η δημιουργικότητα βγαίνει μέσα από τα συντρίμμια των πράξεων της καθημερινής ζωής; Δεν ξέρω αν το παρακολουθείτε. Ή πρέπει να δώσουμε μία εντελώς διαφορετική σημασία στη δημιουργικότητα, η οποία μπορεί να μη χρειάζεται καθόλου να εκφραστεί;
Πρέπει, λοιπόν, να εξετάσει κανείς αυτό το θέμα πολύ βαθιά μέσα στον ίδιο τον εαυτό του, γιατί η συνείδησή του είναι η συνείδηση όλης της ανθρωπότητας. Δεν ξέρω αν το αντιλαμβάνεστε αυτό. Ουσιαστικά, στη βάση της, η συνείδησή σας είναι ίδια με τη συνείδηση του ομιλητή όπως και με της υπόλοιπης ανθρωπότητας. Γιατί μέσα σ’ αυτή τη συνείδηση υπάρχει πόνος, δυστυχία, υπάρχει ανησυχία, υπάρχει ο φόβος του αύριο, ο φόβος της ανασφάλειας, που τη νιώθει κάθε άνθρωπος όπου κι αν ζει. Επομένως, η συνείδησή σας είναι η συνείδηση όλης της ανθρωπότητας και αν υπάρξει μεταμόρφωση της δικής σας συνείδησης, θα επιδράσει και στο σύνολο της συνείδησης των ανθρώπινων πλασμάτων. Είναι γεγονός. Ετσι, αποκτά τρομερή σημασία η ριζική αλλαγή ή η μεταμόρφωση των ανθρώπων μέσα τους, των συνειδήσεών τους.

Κρισναμούρτι «Η αλήθεια και το υπαρκτό» εκδ.Καστανιώτη

Read Full Post »


Μπορεί να δει κανείς ότι το «εγώ» το έχει δημιουργήσει η σκέψη.Το «εγώ» που έχει γίνει ανεξάρτητο,το «εγώ» που είναι ο παρατηρητής,το «εγώ» που είναι παρελθόν και περνάει από το παρόν μεταμορφώνοντας τον εαυτό του σε μέλλον.Σε οποιαδήποτε περίπτωση είναι το «εγώ» που έχει συναρμολογηθεί από τη σκέψη,το ίδιο «εγώ» που έχει γίνει ανεξάρτητο από τη σκέψη.
Αυτό το «εγώ» είναι που έχει ένα όνομα,μια μορφή.Έχει μια ταμπέλα με την ένδειξη Χ ή Ψ ή Γιάννης και ταυτίζεται με το σώμα,με το πρόσωπο.Υπάρχει η ταύτιση του «εγώ» με το όνομα και με τη μορφή-που είναι η κατασκευή-και με το ιδανικό που θέλει να αναζητήσει.
Επίσης, ταυτίζεται με την επιθυμία να αλλάξει το «εγώ» του σε μια άλλη μορφή «εγώ»,που του δίνει ένα άλλο όνομα.Αυτό το «εγώ» είναι προιόν του χρόνου και της σκέψης.Το «εγώ» είναι η λέξη.Αφαιρέστε την λέξη και τότε τί είναι το «εγώ»;

Κι αυτό το «εγώ» είναι που υποφέρει: το «εγώ»,που είσαι εσύ υποφέρει.Το «εγώ» μέσα στον πόνο είσαι εσύ.
Η μεγάλη αβεβαιότητα που μέσα της βρίσκεται το «εγώ»,είναι η δική σου αβεβαιότητα.Έτσι,ανάμεσα σ’ εσένα κι εμένα υπάρχει κάτι κοινό,αυτή είναι η θεμελιώδης ουσία.Παρόλο που μπορεί εσύ να είσαι ψηλότερος ή κοντύτερος,να έχεις διαφορετική ιδιοσυγκρασία,διαφορετικό χαρακτήρα,να είσαι εξυπνότερος,πράγματα που ανήκουν στο επίπεδο του πολιτισμού που είναι δευτερεύον ζήτημα,βαθιά μέσα μας είμαστε βασικά ίδιοι.

Αυτό το «εγώ»,λοιπόν,κινείται στο ποτάμι της απληστίας,στο ποτάμι του εγωισμού,στο ποτάμι του φόβου,της αβεβαιότητας και τα λοιπά,δηλαδή στο ποτάμι είσαι εσύ.Σας παρακαλώ,μην αποδέχεστε όσα λέω,δείτε την αλήθεια τους.Που σημαίνει ότι είσαι εσύ εγωιστής είναι και ο άλλος εγωιστής.Φοβάσαι εσύ φοβάται κι ο άλλος.Ο πόνος,η οδύνη,τα δάκρυα,η απληστία,η ζήλια,είναι κάτι κοινό στο οποίο έχουν το μερίδιό τους όλα τα ανθρώπινα πλάσματα.Αυτό είναι το ποτάμι στο οποίο ζούμε,το ποτάμι στο οποίο είμαστε παγιδευμένοι όλοι μας.
Όσο ζούμε είμαστε παγιδευμένοι σ’ αυτό το ποτάμι,σας παρακαλώ,δείτε ότι είμαστε παγιδευμένοι σ’ αυτό το ποτάμι ως μια πράξη ζωής.Αυτό το ποτάμι είναι ο «εγωισμός»-ας το θέσουμε έτσι-και μέσα σ’ αυτό το ποτάμι είναι που ζούμε,στο ποτάμι του «εγωισμού».Αυτή η έκφραση περιέχει όλες τις περιγραφές του «εγώ» που μόλις έκανα.Κι όταν πεθάνουμε πεθαίνει ο οργανισμός,αλλά το ποτάμι του εγωισμού συνεχίζει να κυλάει.Απλώς κοιτάξτε το,συλλογιστείτε το.

Ας υποθέσουμε ότι έχω ζήσει μια πολύ εγωιστική ζωή,γεμάτη εγωκεντρισμό,γεμάτη με τις επιθυμίες μου,τη σπουδαιότητα των επιθυμιών μου,φιλοδοξίες,απληστία,φθόνο,συσσώρευση περιουσίας,συσσώρευση γνώσης,συσσώρευση όλων των ειδών των πραγμάτων που μάζεψα,όλο αυτό το έχω ορίσει σαν «εγωισμό».
Και μέσα σ’ αυτό το πράγμα ζω,αυτό είναι το «εγώ»,αλλά είναι και οι άλλοι.Το ίδιο συμβαίνει και στις σχέσεις μας.Όσο ζούμε,λοιπόν,κυλάμε όλοι μαζί στο ποτάμι του εγωισμού.
Είναι γεγονός,δεν είναι η γνώμη μου,δεν είναι δικό μου συμπέρασμα.
Αν παρατηρήσετε θα το δείτε,είτε πάτε στην Αμερική είτε στην Ινδία ή σ’ όλη την Ευρώπη,τροποποιημένο ανάλογα με τις πιέσεις από το περιβάλλον και λοιπά,αλλά στη βάση της είναι η ίδια κίνηση.Και όταν πεθάνει το σώμα αυτή η κίνηση συνεχίζεται…
Αυτό το ποτάμι είναι ο χρόνος.Είναι η κίνηση της σκέψης που έχει δημιουργήσει τον πόνο,που έχει δημιουργήσει το «εγώ» και στην οποία το «εγώ» έχει σηκώσει κεφάλι σαν να είναι ανεξάρτητο,διαχωρίζοντας τον εαυτό του από σας,αλλά το «εγώ» υποφέρει είστε εσείς.

Το «εγώ» είναι το φανταστικό οικοδόμημα της σκέψης.Από μόνο του δεν είναι πραγματικότητα.Είναι αυτό που έχει κατασκευάσει η σκέψη,γιατί η σκέψη χρειάζεται ασφάλεια,σιγουριά,έτσι έχει επενδύσει όλη της τη σιγουριά στο «εγώ».
Και σ’ αυτό υπάρχει πόνος.Σ’ αυτήν την κίνηση εγωισμού,σ’ αυτό το ποτάμι κυλάμε όσο ζούμε και όταν πεθάνουμε το ποτάμι εξακολουθεί να υπάρχει.

Είναι δυνατόν αυτό το ποτάμι να σταματήσει;
Μπορεί ο εγωισμός με όλα του τα στολίδια,με όλες του τις πανουργίες,να φτάσει ολοκληρωτικά σ’ ένα τέλος;
Κι αυτό το τέλος είναι το τέλος του χρόνου.Οπότε,μετά το τέλος υπάρχει μια εντελώς διαφορετική εκδήλωση στην οποία απουσιάζει εντελώς ο εγωισμός.
Υπάρχει στον πόνο «εσύ» και «εγώ»;
΄Η υπάρχει μόνο πόνος;
Ταυτίζω τον εαυτό μου με τον πόνο σαν «εγώ»,πράγμα που είναι διαδικασία της σκέψης. Αλλά το αληθινό γεγονός είναι ότι εσύ πονάς κι εγώ πονάω κι όχι «εγώ» νιώθω έναν πόνο ανεξάρτητο από τον δικό σου,που επίσης πονάς.
Υπάρχει,λοιπόν, μόνο πόνος…υπάρχει μόνο το στοιχείο του πόνου.Ξέρετε τί κάνει η συνειδητοποίηση αυτού του πράγματος;
Άπ’ αυτόν τον πόνο που δεν είναι προσωπικός,που δεν είναι ταυτισμένος με ένα «εγώ» ξεχωριστό από εσένα,όταν υπάρχει έτσι ο πόνος,βγαίνει απ’ αυτόν μια τρομακτική αίσθηση συμπόνιας.

΄Εχω, λοιπόν,αυτό το πρόβλημα ως άνθρώπινο πλάσμα,που ζω και ξέρω ότι βρίσκομαι μέσα στο ποτάμι του εγωισμού: μπορεί αυτό το ποτάμι,αυτή η κίνηση του χρόνου,μπορεί να φτάσει ολοκληρωτικά σ’ ένα τέλος;
Τόσο στο επιφανειακό συνειδητό επίπεδο όσο και στο βαθύτερο;
΄Υστερα από όλα όσα σας περιέγραψα,καταλαβαίνετε την ερώτησή μου; Τώρα,πώς θα ανακαλύψετε εσείς που είστε πιασμένοι μέσα σ’ αυτό το ποτάμι του εγωισμού,αν μπορείτε να βρεθείτε μ’ ένα βήμα εντελώς έξω απ’ αυτό, πράγμα που σημαίνει το τέλος του χρόνου;
Αν γίνει αυτό το βήμα,τέλος του χρόνου είναι ο θάνατός του σαν κίνηση της σκέψης.
Ζώντας σ’ αυτό τον κόσμο,με όλη την κτηνωδία του, σ’ αυτόν τον κόσμο που έχει φτιάξει ο άνθρωπος, που έχει φτιάξει η σκέψη, με τις δικτατορίες,τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, με την καταστροφή της γης, των ζώων, με την καταστροφή όλων όσων αγγίζουν οι άνθρωποι,ακόμα και τις γυναίκες τους ή τους άντρες τους, μπορείτε να ζήσετε σ’ αυτό τον κόσμο χωρίς τον ψυχολογικό χρόνο;
Αυτό θα σημαίνει ότι δεν είστε πια παγιδευμένοι στο ποτάμι του εγωισμού.

Βλέπετε, εμπλέκονται πολύ περισσότερα θέματα σ’ αυτό,γιατί πράγματι υπάρχει κάτι που είναι μεγάλο μυστήριο.
Όχι τα πράγματα που έχει επινοήσει η σκέψη,αυτά δεν κρύβουν κανένα μυστήριο. Στον αποκρυφισμό,που είναι της μόδας και τον κυνηγάνε όλοι,δεν υπάρχει κανένα μυστήριο.Στις εμπειρίες που δίνουν τα ναρκωτικά δεν υπάρχει μυστήριο.
Υπάρχει σ’ αυτό που λέγεται θάνατος και το μυστήριο που βρίσκεται εκεί όπου υπάρχει η δυνατότητα να βγεις έξω απ’ αυτόν.
Που σημαίνει ότι όσο ζει κανείς στον κόσμο της πραγματικότητας,που είναι η περίπτωσή μας,είναι δυνατόν να μπει τέλος στον πόνο μέσα σ’ αυτό τον ίδιο τον κόσμο της πραγματικότητας-πράγμα που φέρνει τάξη-αν δεν υπάρξει τέλος του εγωισμού στον κόσμο της πραγματικότητας-και είναι ο εγωισμός που δημιουργεί αταξία στον κόσμο της πραγματικότητας-αν δεν υπάρξει τέλος σ’ αυτόν, τότε δεν έχετε καταλάβει,δεν έχετε συλλάβει την πλήρη σημασία του να δίνεις τέλος στο χρόνο,τον ψυχολογικό.

Οπότε, πρέπει να βάλετε τάξη στον κόσμο της πραγματικότητας,στον κόσμο της σκέψης,στον κόσμο των σχέσεων,των πράξεων,του λογικού ή παράλογου τρόπου σκέψης,του φόβου και της ευχαρίστησης.
Μπορεί λοιπόν κανείς ζώντας στον κόσμο της πραγματικότητας, όπως εμείς, να τελειώσει τον εγωισμό;
Ξέρετε,είναι πολύ περίπλοκο πράγμα να τελειώσει κανείς τον εγωισμό,δεν είναι απλώς: «Δε θα σκέφτομαι τον εαυτό μου»…Αυτός ο εγωισμός δημιουργεί χάος στο πεδίο της πραγματικότητας.
Επίσης,εσείς είστε ο κόσμος και ο κόσμος είναι εσείς.
Αν αλλάξετε βαθιά μέσα σας, θα επηρεάσετε ολόκληρη την ανθρώπινη συνείδηση του ανθρώπου.

– – – – – – – – – – – – – – – – – – – – – – – – – – –

Σημείωση: Σημαντικό απόσπασμα που παραθέτει ο μεταφραστής του βιβλίου,παρμένο από το βιβλίο του Michael Krohnen «ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΚΟΥΖΙΝΑΣ-1001 ΓΕΥΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΖ.ΚΡΙΣΝΑΜΟΥΡΤΙ»
«…Ο Κρισναμούρτι και Ντέιβιντ Μπομ,στη διάρκεια της συνεργασίας τους έκαναν πολλές διαλογικές συζητήσεις.(…)
Στην πορεία αυτών των συζητήσεων,όχι μόνο εξερεύνησαν τη φύση του νου,αλλά ακόνισαν την ακρίβεια των λέξεών τους,προσδιορίζοντας ξεκάθαρα κάποιες έννοιες-κλειδιά. Ο Κρισναμούρτι χρησιμοποιούσε σταθερά κι αμετάβλητα απλή,καθημερινή γλώσσα για να εκφράσει τη δική του βαθιά γνώση των πραγμάτων,δανειζόμενος πολλές φορές και ποιητικές εικόνες.
Αλλά βαθιά μέσα του έμενε αμετακίνητος στο γεγονός ότι»η περιγραφή δεν είναι το περιγραφόμενο,η λέξη δεν είναι το ίδιο το πράγμα που εννοεί».
Που σημαίνει ότι χρησιμοποιούσε λέξεις που έδειχναν κάτι πέρα από τη λέξη κι επομένως φρόντιζε να είναι ευλύγιστος στη χρήση της γλώσσας.

Αυτό έγινε ολοφάνερο όταν ο Κρισναμούρτι κι ο Μπομ οριοθέτησαν τη λεπτή διαφορά ανάμεσα σε σχετικές έννοιες όπως: Νους(mind),εγκέφαλος(brain),νόηση(intelect) και σκέψη(thought).
Επίγνωση(awareness),προσοχή(attention) και ενόραση(insight).
Kαθώς πραγματικότητα(reality),υπαρκτό(actuality) και αλήθεια(truth), που συχνά ο Κρισναμούρτι τις χρησιμοποιούσε εναλλακτικά.
Ειδικά στο τελευταίο παράδειγμα η αποσαφήνιση των τριών λέξεων είχε ως αποτέλεσμα μερικές εύστοχες απόψεις για τη σημασία τους.Η λέξη reality(πραγματικότητα) προέρχεται από τη λατινική res,που σημαίνει πράγμα(thing),και που με τη σειρά της σχετίζεται με τη λέξη reri= σκέπτομαι(to think).
Έτσι,η καθημερινή μας ζωή αποτελείται από τα πράγματα που υπάρχουν και από εκείνα τα οποία σκεφτόμαστε.Άρα, ακόμα και οι ψευδαισθήσεις,τα ψέματα και οι πλάνες είναι μορφές πραγματικότητας-τουλάχιστο μέσα στο μυαλό όπου εμφανίζονται και στις πραγματικές συνέπειες που είναι αποτελέσματα των πράξεων που μπορούν να προκαλέσουν.Επομένως,ένα πρόσωπο που υποφέρει από την παραίσθηση ότι είναι ο Ναπολέων,θα παρουσιάσει μία συμπεριφορά χαρακτηριστική του Ναπολέοντα.
Σε αντίθεση, τώρα με την πραγματικότητα(reality) είναι το υπαρκτό(actuality)-«εκείνο που υπάρχει» ή, για να χρησιμοποιήσουμε τη φράση του Κρισναμούρτι,εκείνο που συμβαίνει(what is).
Το υπαρκτό(actuality) περιέχει την πραγματικότητα(reality), αλλά και την υπερβαίνει με την έννοια ότι μαρτυρά μία δυναμική πληρότητα,μέσα στην οποία όλα τα πράγματα σχετίζονται και αλληλοεπιδρούν το ένα στο άλλο και εκεί αναστέλλεται η συνηθισμένη χωριστικότητά τους και γίνονται μία ολότητα.
Στη συνέχεια, η αλήθεια(truth), βρίσκεται πέρα από την πραγματικότητα(reality) και το υπαρκτό(actuality),σαν έδαφος ή υπόβαθρο που επιτρέπει σε ό,τι το υπαρκτό(actual) να εκδηλωθεί.
Τελικά,η αλήθεια είναι πέρα από την κατανόηση και την απόδοση με λέξεις: είναι καθ’ ολοκληρίαν τίποτα(no-thing-ness)…»
Κρισναμούρτι,»Η αλήθεια και το υπαρκτό» μεταφρ.ΝΠιλάβιος εκδ Καστανιώτη

Read Full Post »