«Αναρωτιέται κανείς αν τα ανθρώπινα πλάσματα θα ζήσουν ποτέ ειρηνικά πάνω σ’ αυτή τη γη»
Προχτές παρακολουθούσε ψηλά στον ουρανό ένα γεράκι με κόκκινη ουρά, που έκανε κύκλους χωρίς καμιά προσπάθεια, χωρίς το παραμικρό χτύπημα των φτερών, απλώς για τη χαρά του πετάγματος, έτσι για να κρατιέται ψηλά από τα ρεύματα του αέρα. Ύστερα ήρθε και του έκανε παρέα κι ένα άλλο και πετούσαν μαζί για αρκετή ώρα. Ήταν υπέροχα πλάσματα με φόντο εκείνο το γαλάζιο ουρανό και το να τα πληγώσεις με οποιοδήποτε τρόπο είναι έγκλημα ενάντια στα ουράνια. Φυσικά δεν υπάρχουν ουράνια, ο άνθρωπος έχει επινοήσει τον παράδεισο από ελπίδα γιατί η ζωή του έχει γίνει κόλαση, μια ατέλειωτη σύγκρουση από την ώρα που θα γεννηθεί μέχρι να πεθάνει. Ένα τρέξιμο πάνω κάτω με το κυνήγι για χρήματα και ασταμάτητη δουλειά. Αυτή η ζωή είναι μια φασαρία, ένας ατελείωτος οδυνηρός μόχθος. Αναρωτιέται κανείς αν τα ανθρώπινα πλάσματα θα ζήσουν ποτέ ειρηνικά πάνω σ’ αυτή τη γη. Η σύγκρουση τους έχει γίνει τρόπος ζωής – έξω και μέσα τους, στο πεδίο της ψυχής και στην κοινωνία που η ίδια η ψυχή έχει δημιουργήσει.
Είναι πιθανόν η αγάπη να έχει εξαφανιστεί εντελώς απ’ αυτό τον κόσμο. Η αγάπη προϋποθέτει γενναιοδωρία, φροντίδα, να μην πληγώνεις τον άλλο, να μην κάνεις τον άλλο να νιώθει ένοχος, να είσαι γενναιόδωρος, αβρός και να συμπεριφέρεσαι με τέτοιο τρόπο, που οι σκέψεις και τα λόγια σου να γεννιούνται από συμπόνια. Φυσικά δεν μπορείς να είσαι συμπονετικός αν ανήκεις σε οργανωμένα θρησκευτικά ιδρύματα – με σημαντικό αριθμό οπαδών, γεμάτα δύναμη, δογματικά, που εμμένουν στην πίστη. Πρέπει να υπάρχει ελευθερία για να αγαπάς. Αυτή η αγάπη δεν είναι ευχαρίστηση, επιθυμία, ανάμνηση πραγμάτων που έχουν φύγει. Η αγάπη δεν είναι το αντίθετο της ζήλιας, του μίσους και του θυμού.
Όλα αυτά μπορεί να ακούγονται μάλλον ουτοπικά, ιδεαλιστικά, κάτι που ο άνθρωπος μπορεί μόνο να ονειρεύεται. Αλλά αν το πιστεύετε αυτό τότε θα συνεχίσετε να σκοτώνετε. Η αγάπη είναι τόσο πραγματική, τόσο δυνατή, όσο ο θάνατος. Δεν έχει να κάνει με τίποτα το φανταστικό ή συναισθηματικό ή ρομαντικό. Και φυσικά δεν έχει να κάνει τίποτα με εξουσία, γόητρο, κύρος. Είναι τόσο αμετακίνητη, όσο είναι και τα νερά της θάλασσας και τόσο δυνατή, όσο κι η θάλασσα. Είναι σαν τρεχούμενα νερά ενός πλούσιου ποταμού που κυλάνε ασταμάτητα, χωρίς τέλος κι αρχή. Αλλά ο άνθρωπος που σκοτώνει τα μωρά της φώκιας ή τις μεγάλες φάλαινες, νοιάζεται μόνο για το πώς θα κερδίσει τα προς το ζην. Θα απαντούσε: «Ζω μ’ αυτό, είναι το επάγγελμά μου». Είναι παντελώς αδιάφορος για εκείνο το κάτι που ονομάζουμε αγάπη. Πιθανόν να αγαπάει την οικογένειά του – ή νομίζει ότι αγαπάει την οικογένειά του – και δε νοιάζεται και πολύ για το πώς κερδίζει τη ζωή του. Ίσως αυτός είναι ένας από τους λόγους που ο άνθρωπος ζει μια κομματιασμένη ζωή. Μοιάζει να μην αγαπάει ποτέ αυτό που κάνει – παρόλο που μερικοί άνθρωποι το αγαπάνε. Όταν κάποιος ζει από τη δουλειά που αγαπάει, τότε είναι διαφορετικά – τότε καταλαβαίνει ακέραια τη ζωή. Έχουμε διαλύσει τη ζωή σε κομμάτια: ο κόσμος των επιχειρήσεων, ο κόσμος της τέχνης, ο κόσμος της επιστήμης, ο κόσμος της πολιτικής και ο κόσμος της θρησκείας. Δείχνουμε να νομίζουμε ότι όλα αυτά είναι ξεχωριστά και πρέπει να κρατηθούν ξεχωριστά. Έτσι γινόμαστε υποκριτές καθώς κάνουμε κάτι άσχημο, διεφθαρμένο στη δουλειά κι ύστερα ερχόμαστε να ζήσουμε ειρηνικά με την οικογένειά μας. Αυτό θρέφει την υποκρισία, ένα διπλό μοντέλο ζωής.
Είναι πραγματικά ένα υπέροχο κομμάτι γης. Εκείνο το πουλί που κάθεται πάνω στο ψηλότερο κλαδί του δέντρου, κάθεται εκεί όλα τα πρωινά κοιτάζοντας από ψηλά τον κόσμο, παρατηρώντας μην εμφανιστεί κανένα μεγαλύτερο πουλί, κάποιο πουλί που θα μπορούσε να το σκοτώσει. Παρατηρώντας τα σύννεφα, τις περαστικές σκιές και τη μεγάλη έκταση αυτής πλούσιας γης, τους ποταμούς τα δάση και τους ανθρώπους, που δουλεύουν από το πρωί ως το βράδυ. Αν κανείς το καλοσκεφτεί, ο κόσμος της ψυχής είναι γεμάτος θλίψη. Κι επίσης αναρωτιέται κανείς αν ποτέ θα αλλάξουν όλοι οι άνθρωποι ή μόνο οι λίγοι, οι πάρα, πάρα πολύ λίγοι. Τότε ποια είναι η σχέση των λίγων με τους πολλούς; Ή ποια είναι η σχέση των πολλών με τους λίγους; Οι πολλοί δεν έχουν σχέση με τους λίγους. Οι λίγοι σίγουρα έχουν κάποια σχέση με τους πολλούς.
Καθισμένος σε κείνο το βράχο, κοιτάζοντας κάτω την κοιλάδα με μια σαύρα δίπλα σου, δεν τολμούσες να κουνηθείς για να μην ενοχλήσεις ή τρομάξεις τη σαύρα. Η σαύρα παρατηρούσε κι αυτή. Έτσι ο κόσμος συνεχίζει τη ζωή του: επινοώντας θεούς, υπακούοντας στην ιεραρχία των αντιπροσώπων του θεού. Και όλη η ψευτιά και η ντροπή των ψευδαισθήσεων πιθανόν να συνεχιστεί, με τα χιλιάδες προβλήματα να γίνονται όλο και πιο σύνθετα και περίπλοκα. Μόνο η νοημοσύνη της αγάπης και της συμπόνιας μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα της ζωής. Αυτή η νοημοσύνη είναι το μόνο όργανο που δεν μπορεί ποτέ να στομώσει, να αχρηστευτεί.
Κρισναμούρτι “Εις εαυτόν”,μετάφραση:Ν.Πιλάβιος,εκδ.Καστανιώτη
Σχολιάστε