ΚΡΙΣΝΑΜΟΥΡΤΙ: Ρωτάμε, λοιπόν: Πώς γίνεται να δει κανείς όλο το περιεχόμενο που είναι κρυμμένο μέσα στη συνείδησή του με μια ματιά; Όχι μέσω μιας σειράς ονείρων, όχι μέσω της ψυχανάλυσης, όλα αυτά συνεπάγονται χρόνο και σπατάλη ενέργειας. Η ερώτηση αυτή είναι σημαντική επειδή θέλω να καταλάβω τον εαυτό μου — και ο εαυτός μου είναι και τα τωρινά συμβάντα της ζωής μου και το παρελθόν μου: εμπειρίες, πληγές, άγχη, ενοχές, οι διάφοροι φόβοι μου. Πώς θα τα κατανοήσω όλα αυτά, χωρίς την παραμικρή ανάλυση ή τις νύξεις των ονείρων, πώς θα τα κατανοήσω αμέσως; Το να τα καταλάβεις όλα αυτά αμέσως, σου δίνει τεράστια ενέργεια. Παρακολουθείτε; Είμαι ξεκάθαρος;
Τώρα: πώς το κάνεις αυτό; Είναι κάτι απίθανο να γίνει; Πρέπει να θέσουμε αυτό το απίθανο ερώτημα στον εαυτό μας για να βρούμε την έξοδο από το περιεχόμενο. Όσο δεν θέτουμε αυτό το απίθανο ερώτημα, θα αντιμετωπίζουμε μόνο ό,τι είναι πιθανό, και ό,τι είναι πιθανό είναι πολύ λίγο. Θέτω, λοιπόν, το πιο απίθανο ερώτημα που υπάρχει και έχει σχέση με το πώς θα φανερώσω, θα δω και θα κατανοήσω όλο το περιεχόμενο της συνείδησής μου, χωρίς να μου πάρει χρόνο — που σημαίνει χωρίς ανάλυση, χωρίς ψάξιμο, χωρίς να βλέπεις το ένα βαθύτερο στρώμα μετά το άλλο, πράγματα που είναι ξόδεμα χρόνου. Πώς θα μπορέσει ο νους να δει όλο το περιεχόμενο με μια ματιά; Έχει πιθανότητες να συμβεί;
Αν σας θέσουν αυτό το ερώτημα, όπως τέθηκε τώρα, ποια θα είναι η αντίδρασή σας; Αν είσαι έντιμος και ακούσεις προσεκτικά το ερώτημα, προφανώς θα πεις: «Δεν μπορώ να το κάνω». Προφανώς δεν ξέρεις πραγματικά πώς να το κάνεις. Κι εσείς εδώ δεν ξέρετε πραγματικά πώς να το κάνετε. Δεν ξέρετε, έτσι δεν είναι; Δεν ξέρετε και περιμένετε να σας το πει ο ομιλητής; {Γέλια) Σας παρακαλώ, μη γελάτε, είναι πάρα πολύ σοβαρό αυτό. Ακούστε προσεκτικά: Όταν πω μέσα μου, «δεν ξέρω», περιμένω να με πληροφορήσει κάποιος; Περιμένω κάποια απάντηση; Αν περιμένω κάποια απάντηση, τότε είναι ήδη σαν να ξέρω. Το παρακολουθείτε αυτό; Όταν λέω: «Δεν ξέρω, πραγματικά δεν ξέρω», δεν περιμένω από κανένα να μου πει, δεν περιμένω τίποτα, γιατί κανείς δεν μπορεί να μου απαντήσει. Τότε δεν ξέρω αληθινά. Τώρα, ποια είναι η κατάσταση του νου που λέει: «Πραγματικά δεν ξέρω;» Και δεν μπορώ να το βρω σε κανένα βιβλίο, δεν μπορώ να ρωτήσω κανένα, δεν μπορώ να πάω σε κανένα δάσκαλο ή παπά, δεν ξέρω πραγματικά». Όταν ο νους λέει, «δεν ξέρω», ποια είναι η κατάσταση αυτού του νου; Ακούστε, σας παρακαλώ, μην απαντάτε ακόμα. Κοιτάξτε το πραγματικά, γιατί πάντα λέμε αμέσως ότι ξέρουμε. «Ξέρω τη γυναίκα μου», «ξέρω μαθηματικά», «ξέρω ετούτο, ξέρω εκείνο». Ποτέ δεν λέμε, «πραγματικά, δεν ξέρω». Σας ρωτώ: Ποια είναι η κατάσταση του νου που λέει έντιμα, «δεν ξέρω»;
ΑΚΡΟΑΤΗΣ: Κενό.
ΚΡΙΣΝΑΜΟΥΡΤΙ: Όχι. Ας δώσουμε λίγο χρόνο, έχετε λίγο υπομονή με τον εαυτό σας, μην τα κάνετε αμέσως όλα λέξεις. Όταν εννοώ πραγματικά ότι δεν ξέρω, ποια είναι η κατάσταση του νου; Δεν έχει την απάντηση. Δεν περιμένει τίποτε από κανέναν. Δεν προσδοκά. Δεν περιμένει. Τι συμβαίνει τότε λοιπόν; Δεν είναι εντελώς μόνος; Όχι απομονωμένος — η απομόνωση και η μοναχικότητα είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Σ’ αυτή την ποιότητα μοναχικότητας δεν υπάρχει επιρροή, δεν υπάρχει αντίσταση, ο νους έχει απαλλαχτεί από το παρελθόν και λέει: «Πραγματικά δεν ξέρω». Οπότε ο νους έχει αδειάσει τον εαυτό του απ’ όλο του το περιεχόμενο. Το καταλαβαίνετε αυτό; Δεν ήξερα πώς να φέρω στην επιφάνεια όλο το περιεχόμενο της συνείδησής μου. Σκεφτόμουν ότι θα μπορούσα με την ψυχανάλυση. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα με τα ναρκωτικά. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να το κάνω, ακολουθώντας κάποιο δάσκαλο, κάποιο φιλόσοφο, κάποιο ψυχίατρο, κάποιο ψυχολόγο. Δοκίμασα όλους αυτούς τους τρόπους και βλέπω ότι εξακολουθώ να είμαι παγιδευμένος’ και τους παραμερίζω όλους επειδή δεν με βοηθάνε να γνωρίσω εντελώς τον εαυτό μου, κι έτσι δενξέρω τι να κάνω. Παρακολουθείτε; Δεν ξέρω τι να κάνω. Και θέτω στον εαυτό μου το απίθανο ερώτημα, κι απαντώ, «δεν ξέρω». Οπότε ο νους αδειάζει τον εαυτό του από τα πάντα- από όλες τις υποθέσεις που έχει κάνει, από όλες τις πιθανότητες, από όλες τις δυνατότητες. Έτσι ο νους γίνεται εξαιρετικά δραστήριος και είναι άδειος από όλο το παρελθόν του — που είναι χρόνος, αναλύσεις και η αυθεντία ενός άλλου. Ο νους, λοιπόν, έχει φέρει στην επιφάνεια όλο το περιεχόμενό του αρνούμενος το περιεχόμενό του. Το καταλαβαίνετε τώρα; Το ’χει καταλάβει κανείς ή μιλάω μόνος μου;
Όπως είπαμε, ο διαλογισμός μπορεί να αρχίσει μόνο με την πλήρη κατανόηση του εαυτού μου’ αυτό είναι μέρος της αρχής του διαλογισμού. Χωρίς να κατανοήσω τον εαυτό μου, ο νους μπορεί να εξαπατηθεί, μπορεί να έχει ψευδαισθήσεις σύμφωνες με την ιδιαίτερή του διαμόρφωση. Δηλαδή, όντας διαμορφωμένος από την ιδιαίτερη παιδεία με την οποία έχεις ανατραφεί ως χριστιανός, ινδουιστής ή κομουνιστής, ό,τι βλέπεις θα είναι σύμφωνο με τη διαμόρφωσή σου: ο Θεός σου, οι ψευδαισθήσεις σου, οι μύθοι σου, τα ψέματά σου. Αν είσαι χριστιανός θα βλέπεις οράματα του Χριστού. Αν είσαι εβραίος, ό,τι είναι το ανάλογο — το ίδιο φαινόμενο ισχύει παντού. Αλλά όταν γνωρίσεις τη διαμόρφωσή σου και ελευθερωθείς από αυτήν, τότε δεν υπάρχει καμιά πιθανότητα για οποιοδήποτε είδος ψευδαίσθησης και αυτό είναι απολύτως απαραίτητο, γιατί αλλιώς μπορούμε να εξαπατούμε τον εαυτό μας πολύ εύκολα. Όταν λοιπόν ερευνώ μέσα μου τον εαυτό μου, βλέπω ότι η συνείδηση αδειάζει από όλο της το περιεχόμενο γνωρίζοντας τον εαυτό της, όχι με το να αρνείται τίποτα, αλλά κατανοώντας όλο το περιεχόμενο. Αυτό φέρνει μεγάλη ενέργεια που είναι απαραίτητη, επειδή αυτή η ενέργεια μεταμορφώνει εντελώςόλες μου τις δραστηριότητες. Δεν είναι πια εγωκεντρικές και επομένως δεν είναι πια αιτίες τριβής. Δεν ξέρω αν το παρακολουθήσατε όλο αυτό.
Διαλογισμός είναι το παραμέρισμα εντελώς και όλων όσων έχει διανοηθεί ένας άνθρωπος για τον εαυτό του και για τον κόσμο. Έτσι έχει ένα εντελώς διαφορετικό είδος νου. Διαλογισμός σημαίνει επίσης επίγνωση, τόσο του εξωτερικού κόσμου όσο και όλων των κινήσεων του εαυτού, για να δεις ακριβώς αυτό που είναι, χωρίς καμιά επιλογή, χωρίς καμιά παραμόρφωση. Η παραμόρφωση υπάρχει από τη στιγμή που βάζεις στη μέση τη σκέψη. Ωστόσο, η σκέψη εξακολουθεί να βρίσκεται σε λειτουργία, σε απόλυτη λειτουργία, αλλά όταν υπάρχει παρατήρηση και η σκέψη ανακατευτεί σ’ αυτή την παρατήρηση παρεμβάλλοντας κάποια εικόνα, τότε υπάρχει παραμόρφωση και ψευδαίσθηση. Για να παρατηρήσει λοιπόν κανείς αυτό που πραγματικά είναι ο εαυτός του και ο κόσμος, χωρίς καμιά παραμόρφωση, είναι αναγκαίος ένας ήσυχος νους. Καταλαβαίνετε; Είναι αναγκαίος ένας πολύ ήρεμος νους. Κι επειδή ξέρει κανείς ότι είναι απαραίτητο να έχει έναν ήσυχο νου, τρέχει για βοήθεια στα διάφορα συστήματα που υπάρχουν, οπότε του λένε να τον ελέγξει και αυτό συνεπάγεται τριβή. Όταν θέλεις έντονα, με πάθος, να παρατηρείς, τότε ο νους ησυχάζει αναπόφευκτα. Δεν χρειάζεται να τον αναγκάσεις. Τη στιγμή που τον αναγκάζεις, δεν είναι ήρεμος, είναι νεκρός. Ενώ, αντιθέτως, αν δεις την αλήθεια ότι, για να αντιλαμβάνεσαι τι συμβαίνει, πρέπει να κοιτάς, και αν κοιτάς με προκατάληψη δεν μπορείς να δεις, αν το δεις αυτό, ο νους σου ησυχάζει.
Είναι αναγκαίο, λοιπόν, να υπάρχει ένας ήσυχος νους, ένας ακίνητος νους και όχι με την έννοια της συμμόρφωσης, της πειθαρχίας, του εξαναγκασμού. Τώρα: τι συμβαίνει μέσα σ’ έναν ήσυχο νου; Επειδή δεν ερευνούμεαπλώς εκείνη την ιδιότητα της ενέργειας στην οποία δεν υπάρχει τριβή, αλλά επίσης πώς θα φέρει κανείς μια ριζική αλλαγή στον εαυτό του, που είναι η ανθρωπότητα και η ανθρωπότητα είναι ο εαυτός του — η ανθρωπότητα δεν είναι κάτι διαφορετικό από μένα, εγώ είμαι η ανθρωπότητα. Αυτό δεν είναι απλώς μια ιδέα, αλλά είναι υπαρκτό γεγονός ότι εγώ είμαι η ανθρωπότητα και η ανθρωπότητα είμαι εγώ. Αν, λοιπόν, υπάρξει μια ριζική επανάσταση, μια αλλαγή μέσα μου, αναπόφευκτα θα επηρεάσει την ανθρωπότητα επειδή είμαι μέρος της ανθρωπότητας.
Καθώς ερευνώ να δω τι είναι ο διαλογισμός, βλέπω ότι όλη η απώλεια ενέργειας οφείλεται στις τριβές που δημιουργούνται από τις σχέσεις μου με τους άλλους. Και είναι δυνατόν να έχω σχέσεις με τους άλλους, χωρίς να υπάρχει τριβή σε καμιά περίπτωση; Είναι δυνατόν μόνο όταν καταλάβω τι είναι η αγάπη’ και η κατανόηση τού τι είναι αγάπη, είναι άρνηση τού τι δεν είναι αγάπη. Ζήλια, φιλοδοξία, απληστία, εγωκεντρική συμπεριφορά, είναι ολοφάνερο ότι όλα αυτά δεν είναι αγάπη. Όταν με την κατανόηση του εαυτού μου υπάρχει ολοκληρωτικό παραμέρισμα όλων όσων δεν είναι αγάπη, τότε εκείνο που μένει, είναι.
Σε αυτή την έρευνα, με την παρατήρηση — και η παρατήρηση παίρνει ένα δευτερόλεπτο, η εξήγηση είναι που παίρνει πολύ χρόνο. Η περιγραφή μπορεί να πάρει σελίδες, αλλά η πράξη της παρατήρησης είναι στιγμιαία — με την παρατήρηση, λοιπόν, δεν βρήκα: ούτε κάποια μέθοδο, ούτε κάποια αυθεντία, ούτε απέκτησα κάποια εγωκεντρική συμπεριφορά επομένως, δεν υπάρχει ούτε συμμόρφωση ούτε σύγκριση του εαυτού μου με κάποιον άλλον. Για να μπορέσει να τα παρατηρήσει κανείς όλα αυτά, πρέπει ο νους να είναι εξαιρετικά ήσυχος.
Αν θέλετε να ακούσετε αυτό που λέγεται σήμερα το πρωί εδώ, πρέπει να δίνετε την προσοχή σας, έτσι δεν είναι; Δεν μπορείς να ακούς, όταν σκέφτεσαι για κάτι άλλο. Αν βαριέστε με όλα αυτά, μπορώ να σηκωθώ και να φύγω, αλλά το να αναγκάζετε τον εαυτό σας να ακούσει είναι παράλογο. Αν ενδιαφέρεστε για όλα αυτά πραγματικά, με πάθος, έντονα, τότε ακούτε τέλεια’ και για να ακούσει κανείς τέλεια, πρέπει ο νους να είναι ήσυχος. Είναι τόσο απλό. Αυτά είναι διαλογισμός, όχι απλώς το να κάθεσαι για λίγη ώρα κάπου μόνος σου, πάνω στα διπλωμένα πόδια σου, αναπνέοντας κανονικά και επαναλαμβάνοντας κάποια λέξη — αυτό δεν είναι διαλογισμός, είναι αυτούπνωση.
Θέλω, λοιπόν, να βρω ποια είναι η ιδιότητα του νου που είναι εντελώς ακίνητος και επίσης τι συμβαίνει όταν είναι ακίνητος. Καταλαβαίνετε το ερώτημά μου; Παρατήρησα, κατέγραψα, κατανόησα, παρακολούθησα και τέλειωσα μ’ αυτό το κομμάτι. Αλλά υπάρχει και μια άλλη έρευνα: ποια είναι η κατάσταση αυτού του νου, των ίδιων των εγκεφαλικών κυττάρων; Τα εγκεφαλικά κύτταρα συσσωρεύουν μνήμη για αυτοπροστασία, μνήμη που είναι χρήσιμη, μνήμη που είναι αναγκαία, μνήμη πραγμάτων που μπορούν να σε βάλουν σε κίνδυνο. Δεν το έχετε προσέξει αυτό; Υποθέτω ότι διαβάζετε πολλά βιβλία, εγώ προσωπικά εκτός από αστυνομικές ιστορίες δεν διαβάζω τίποτα κι έτσι μπορώ να κοιτάζω μέσα μου και να ανακαλύπτω, να παρακολουθώ τον εαυτό μου όχι σύμφωνα με κάποιον, αλλά απλώς να παρακολουθώ. Αναρωτιέμαι, λοιπόν, τι ιδιότητες έχει ένας τέτοιος νους, τι έχει γίνει στον εγκέφαλο; Ο εγκέφαλος καταγράφει, αυτή είναι η λειτουργία του. Λειτουργεί βασισμένος μόνο στη μνήμη που τον προστατεύει, διαφορετικά δεν μπορεί να λειτουργήσει. Ο εγκέφαλος μπορεί να βρει ασφάλεια σε κάποια νεύρωση- έχει βρει ασφάλεια στον εθνικισμό, σε κάποιαπίστη, στην οικογένεια, στο να έχει περιουσία, πράγματα που είναι όλα διάφορες μορφές νεύρωσης. Ο εγκέφαλος πρέπει να είναι ασφαλής για να λειτουργήσει και μπορεί να διαλέξει να βρει αυτή την ασφάλεια σε κάτι που είναι λάθος, ψέμα, ψευδαίσθηση, νεύρωση. Όταν έχω ερευνήσει, λοιπόν, τον εαυτό μου από κάθε άποψη, όλα αυτά εξαφανίζονται. Δεν υπάρχει ούτε νεύρωση, ούτε πίστη, ούτε εθνικότητα, ούτε επιθυμία να βλάψω οποιονδήποτε, ούτε να καταγράφω τις πληγές. Τότε, λοιπόν, ο εγκέφαλος είναι ένα όργανο καταγραφής που δεν τον χρησιμοποιεί η σκέψη για να βάλει το «εγώ» σε δράση.
Ο διαλογισμός, λοιπόν, προϋποθέτει όχι μόνο ακίνητο σώμα, αλλά και ήσυχο εγκέφαλο. Έχετε παρακολουθήσει ποτέ τον εγκέφαλό σας να λειτουργεί; Τις ίδιες τις σκέψεις. Γιατί σκέφτεστε ορισμένα πράγματα, γιατί αντιδράτε σε άλλα, γιατί νιώθετε απελπιστικά μόνοι κι ότι δεν σας αγαπάνε, ότι δεν έχετε πού να στηριχτείτε, ότι δεν έχετε ελπίδες. Ξέρετε αυτή την τρομερή αίσθηση μοναξιάς- παρ’ όλο που μπορεί να είστε παντρεμένοι, να έχετε παιδιά και να ανήκετε σε κάποια ομάδα, υπάρχει αυτή η αίσθηση μιας άδειας ζωής. Βλέποντάς το κανείς αυτό, προσπαθεί να του ξεφύγει, αλλά αν παραμείνεις με αυτό, αν δεν δραπετεύσεις, απλώς να το κοιτάξεις συνολικά, χωρίς να το επικρίνεις, χωρίς να προσπαθείς να το ξεπεράσεις ή να του ξεφύγεις, αλλά να το παρατηρείς πραγματικά έτσι όπως είναι, τότε θα δεις ότι εκείνο που θεωρούσες μοναξιά παύει να υπάρχει.
Τα κύτταρα λοιπόν του εγκεφάλου καταγράφουν και η σκέψη ως «εγώ» — οι φιλοδοξίες μου, η απληστία μου, οι επιδιώξεις μου, η ολοκλήρωσή μου — φτάνουν σ’ ένα τέλος. Επομένως, ο εγκέφαλος γίνεται εξαιρετικά ήσυχος και βάζει σε λειτουργία τη σκέψη μόνο όταν είναι απαραίτητο. Οπότε ο εγκέφαλος μπαίνει σε μια εντελώς διαφορετική διάσταση για την οποία δεν υπάρχει περιγραφή, επειδή η περιγραφή δεν είναι εκείνο που περιγράφεται. Αυτό που κάναμε σήμερα το πρωί είναι να περιγράφουμε, να εξηγήσουμε, αλλά η λέξη δεν είναι το ίδιο το πράγμα. Είναι σαν να διαβάζεις το μενού ενός εστιατορίου έξω στην είσοδο: δεν πρόκειται να χορτάσεις έτσι την πείνα σου, πρέπει να μπεις μέσα στο εστιατόριο και να φας. Όταν κανείς συνειδητοποιήσει ότι η λέξη δεν είναι το ίδιο το πράγμα, τότε είναι ελεύθερος από τις λέξεις. Μόνο ένας ήσυχος νους μπορεί να μπει στο απροσμέτρητο, επειδή όλη μας η ζωή βασίζεται στη σκέψη που είναι μέτρηση, υπολογισμοί. Μετράει το Θεό, μετράει τις σχέσεις με τους άλλους με βάση τις εικόνες που έχει, προσπαθεί να βελτιωθεί με βάση εκείνο που νομίζει ότι θα έπρεπε να είναι. Ζούμε σε έναν κόσμο ψυχολογικής μέτρησης, χωρίς αυτή να χρειάζεται, και, κουβαλώντας αυτόν τον κόσμο, θέλουμε να μπούμε σε έναν κόσμο όπου δεν υπάρχει καθόλου μέτρηση.
Διαλογισμός, λοιπόν, είναι να δεις αυτό που πραγματικά είσαι και να πας πέρα από αυτό, βλέποντας τη μέτρηση και πηγαίνοντας πέρα από τη μέτρηση. Και τι συμβαίνει όταν ο εγκέφαλος, ο νους και το σώμα είναι πραγματικά ήσυχα και σε αρμονία, που σημαίνει ότι ο νους, το σώμα και η καρδιά είναι εντελώς ένα; Τότε ζει κανείς ένα εντελώς διαφορετικό είδος ζωής…
Μπρόκγουντ Παρκ, 12/9/1971
“Το ξύπνημα της Νοημοσύνης” 3ος τόμος,μετάφρ. Στ.Ταπτά-Ν.Πιλάβιος, εκδ.Κέδρος
Σχολιάστε